ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ! ΜΕΡΟΣ 1ΟΝ!..
Δεκεμβριανά 1944: Η Εποποιϊα του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη / Α’ ΜΕΡΟΣ
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΜΥΝΑΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ
Το τμήμα τούτο, του ανά χείρας έργου μας, αποτελεί ενότητα μετά του προηγουμένου, ως συνεχίζον την έξιστόρησιν της ηρωικής και πολυαίμακτου δράσεως της Χωροφυλακής, κατά τον Δεκέμβριον του 1944, προς σωτηρίαν της πρωτευούσης. Έθεωρήσαμεν δε αναγκαίο όπως διαθέσωμεν ειδικόν τμήμα διά την έξιστόρησιν του αγώνος του Συντάγματος Μακρυγιάννη, διότι πρόκειται περί αληθούς εποποιίας η οποία θα λαμπρύνη την Νεοελληνικήν ‘Ιστορίαν, είδικώτερον δε την ‘Ιστορίαν του Σώματος της Χωροφυλακής, εις την οποίαν άνέγραψε σελίδας εκ των πλέον ένδοξων και ηρωικών. Συγχρόνως, ή μάχη του Συντάγματος Μακρυγιάννη, έλαβεν όλως ίδιάζουσαν σημασίαν εις την ιστορίαν, εκ του γεγονότος ότι, χάρις εις την ηρωικήν αυτήν άντίστασιν, έσώθη το Ελεύθερον τμήμα της πρωτευούσης του Ελληνικού Κράτους και επομένως αυτό τούτο το Ελληνικόν Κράτος από την κυριαρχίαν του κομμουνισμού.
Το Σύνταγμα Χωροφυλακής το όποιον από πολλού έστεγάζετο εις το κτιριακόν συγκρότημα του άλλοτε Στρατιωτικού Νοσοκομείου Μακρυγιάννη, και ως εκ τούτου γνωστόν ήδη από της πολεμικής περιόδου ως Σύνταγμα Μακρυγιάννη, περιελάμβανε εις τούς κόλπους του πολλά των γενναιοτέρων και ικανοτέρων εις αξιωματικούς και όπλίτας στελεχών του Σώματος, τα όποια είχον ήδη, κατά την διάρκειαν της κατοχής, ριφθή εις σκληρούς άγώνας κατά του κατακτητοϋ και κατά του Εαμοελασιτισμού. Κατά τούς τελευταίους μήνας, πρό του Δεκεμβριανού κινήματος, αί δυνάμεις του είχον αύξηθή σημαντικώς, λόγω της συρροής εις την πρωτεύουσαν και έντάξεως εις τοΰτο πολλών Επαρχιακών φρουρών, αί όποΐαι, κατόπιν μυρίων ταλαιπωριών και κινδύνων, διέφευγον εκ των καταλαμβανομένων υπό των ελασιτών περιφερειών.
Κατά τάς πρώτας ήμέρας του Δεκεμβρίου 1944, το Σύνταγμα Χωροφυλακής διέθετεν ύπέρ τούς χιλίους εκατόν άνδρας. Σημαντικόν όμως μέρος της δυνάμεως ταύτης (περί τούς 700 ανδρας) δεν εύρίσκετο εις το κτίριον Μακρυγιάννη, διότι είχε διασκορπισθή εις φρουράς υπουργείων, ταμείων, νοσοκομείων, φυλακών, σταθμών αυτοκινήτων, ξενοδοχείων στρατωνισμού Αγγλων, αποθηκών ύλικού κλπ. Οταν έξερράγη το Δεκεμβριανόν κίνημα, αί φρουραί κτιρίων ευρισκομένων εις τα κεντρικά σημεία της πόλεως, εις τα όποια δεν έγένοντο έλασιτικαι επιθέσεις, παρέμειναν μέχρι τέλους εις τάς θέσεις των. Αί εις άπομεμακρυσμένα σημεία, ολιγάριθμοι και άπομεμονωμέναι, έλαβον την εντολήν να συμπτυχθοΰν έγκαίρως προς το κέντρον. ’Αλλά πολλαί, τοποθετημένοι εις επίκαιρα και νευραλγικά σημεία άμύνης, άντεστάθησαν γενναίως και μετά πολλών θυσιών εις τάς επιθέσεις των κομμουνιστών, ως αί φρουραϊ των φυλακών Άβέρωφ, Βουλιαγμένης, Συγγροΰ, Χατζηκώστα, Ραδιοφωνικού Σταθμού, Μοίρας Αυτοκινήτων, ’Εφορείας ‘Υλικού κλπ., των όποιων οι αγώνες μας άπησχόλησαν εις το προηγούμενον.
Ως έγράψαμεν ήδη, τα δύο κύρια όχυρά άμύνης του ελευθέρου κέντρου της πρωτευούσης ήσαν από της πλευράς της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας ή Σχολή Χωροφυλακής και από εκείνης της λεωφόρου Συγγροΰ το Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Άλλά, ενώ πλησίον της Σχολής Χωροφυλακής ύπήρχον έστρατωνισμένα τμήματα της Ταξιαρχίας Ρίμινι και του ’Αγγλικού Στρατού μετά τεθωρακισμένων και πυροβολικού, το Σύνταγμα Μακρυγιάννη έφρασσε την κυρίαν είσοδον προς το κέντρον των ’Αθηνών σχεδόν μόνον και άπομεμονωμένον. ‘Η στρατηγική σημασία τούτου ήτο ασυναγώνιστος, όχι μόνον διά την άμυναν του κέντρου, άλλα και διά τάς έν γένει κινήσεις των έλασιτικών στρατευμάτων της νοτιοδυτικής πλευράς. Διά των πυρών του ήδύνατο να καλύπτη τον τομέα από του Μνημείου Φιλοπάππου μέχρι και πέραν-ποΰ λόφου του Άρδηττού. Εις την πλευράν αυτήν εόρίσκοντο αί ισχυρότεροι και καλύτερον ώργανώμέναι έλασιτικαί δυνάμεις, εκτεινόμεναι άνέτως εις την περιελθοΰσαν εις χεϊράς των πεδιάδα μέχρις ‘Υμηττού και Παλαιού και Νέου Φαλήρου.
Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ήτο το μόνον σοβαρόν έμπόδιον διά τα ελασιτικά στίφη, διά να έξορμήσουν διά των Στύλων του ’Ολυμπίου Διός και των Κήπων του Ζαππείου προς την μόλις εκατοντάδας τινάς μέτρων άπέχουσαν πλατείαν του Συντάγματος, της όποιας ή κατάληψις θα έσήμαινε κατάλυσιν των κυβερνητικών έξουσιών και τέλος της εθνικής κυριαρχίας. ’Άλλως τε, την προς το κέντρον έξόρμησιν άνέμενον έναγωνίως αί έαμικαΐ όρδαΐ του Νέου Κόσμου, της Γαργαρέτας και της Πλάκας, αί όποΐαι θα παρέδιδον το παν εις την λεηλασίαν και την καταστροφήν.
Οι κομμουνισταϊ έγνώριζον καλώς ότι, το κυριώτερον φράγμα της προελάσεώς των προς το κέντρον και της καθολικής κυριαρχίας των επί της πρωτευοόσης, ήτο αυτό το κατηραμένον Σύνταγμα Μακρυγιάννη, το οποίον είχε γίνει κάρφος των οφθαλμών των. Διά την εκ πόρθησίν του κατεστρώθησαν στρατηγικά σχέδια υπό των καλυτέρων επιτελών και στρατιωτικών συμβούλων των. Ή ήγεσία των κομμουνιστών διέθεσε προς τον σκοπόν αΰτόν τρία συντάγματα Πεζικού του ΕΛΑΣ, ένισχυθέντα και δι’ έφεδρικών δυνάμεων του ΕΑΜ, συνολικού αριθμού 5.000 ανδρών, άρτίως δε έξωπλισμένων διά τυφεκίων, αυτομάτων, μΰδραλίων, βαρέων όλμων, αντιαρματικών πυροβόλων, χειροβομβίδων, δεσμών δυναμίτιδος και άφθονων πυρομαχικών. Εις τα ΒΔ υψώματα του Α’ Νεκροταφείου είχον στηθή ισχυρά πυροβόλα, έντός της άκτϊνος βολής των όποιων εύρίσκετο το συγκρότημα Μακρυγιάννη.
Εναντι των ίσχυροτάτων αυτών πολεμικών δυνάμεων και μέσων του έχθροϋ, το Σύνταγμα Μακρυγιάννη διέθετεν όγδοήκοντα όκτώ αξιωματικούς της Χωροφυλακής και 429 όπλίτας. Ό όπλισμός των ήτο λίαν έλλιπής, άποτελούμενος από 289 τυφέκια διαφόρων τύπων μετά 11.500 φυσιγγίων, τρεις άτομικούς όλμους μετά 30 βλημάτων και 3 όπλοπολυβόλα Μπρέντα μετά 600 φυσιγγίων. Όλίγον πρό της ένάρξεως της έπιθέσεως, ο διοικητής του Συντάγματος συνταγματάρχης Σαμουήλ, κατόπιν άπεγνωσμένων εκκλήσεων πρό το Άρχηγεΐον Χωροφυλακής, έπέτυχε να σταλούν υπό της Στρατιωτικής Διοικήσεως δύο πυροβόλα των 37 ευθυτενούς τροχιάς μετά 400 βλημάτων και έν άρμα μάχης πεπαλαιωμένου τύπου, άνήκον εις την Σχολήν των Εύελπίδων, μετά του προσωπικού των. Το άρμα μάχης ήτο έφωδιασμένον με 3 πυροβόλα, τα οποία όμως, πεπαλαιωμένα, ήχρηστεύθησαν από της πρώτης ημέρας της μάχης.
Δέον να σημειωθή ένταΰθα ότι εις κατατεθειμένην, εις το άρχεΐον του ’Αρχηγείου Χωροφυλακής, άναφοράν του συνταγματάρχου Άνδρ. Φούντα, διατελέσαντος διοικητοΰ του Συντάγματος κατά την τελευταίαν περίοδον της κατοχής, υποστηρίζεται ότι κατά την περίοδον ακριβώς αυτήν, έν όψει της επικειμένης άναχωρήσεως των Γερμανών και της έπιθέσεως των κομμουνιστών προς κατάληψιν του οχυρού Μακρυγιάννη, είχε κατορθωθή έπιτηδείως ή πολεμική όργάνωσις και ο πολεμικός έξοπλισμός μετά πλήρους άσκήσεως των ανδρών. Συμφώνως προς την άναφοράν ταύτην, κατ’ ’Απρίλιον 1944 ή εκ 1.500 ανδρών δύναμις του Συντάγματος εύρίσκετο έν τελεία έγκαταλείψει. Δέν ύπήρχον παρά καραμπίναι διαφόρων παλαιών τύπων, μετ’ έλαχίστων φυσιγγίων, διά 450 άνδρας, πάντες δε οι λοιποί ήσαν τελείως άοπλοι. Έπισημανθέντος ως αμέσου του κινδύνου της καταλήψεως του κτιρίου Μακρυγιάννη, υπό των καραδοκούντων στιφών του ΕΑΜ, όπότε θα εκινδύνευε να περιέλθη εις χεΐρας τούτου από της έποχής εκείνης ή πρωτεύουσα, έπετεύχθη ο εφοδιασμός των ανδρών του Συντάγματος διά 1.600 όπλων Μάνλιχερ με 300 φυσίγγια δι’ έκαστον όπλον. Έν συνεχεία, κατωρθώθη ο εφοδιασμός του Συντάγματος διά 500 χειροβομβίδων, έλαφρών και βαρέων όπλων, οπλοπολυβόλων, ένός άρματος μάχης έξωπλισμένου διά τριών βαρέων πολυβόλων Μπρέντα και δύο αντιαρματικών πυροβόλων μετά 2.000 βλημάτων. Συγχρόνως, το τότε Ελληνικόν Ύπουργεΐον Εθνικής Άμύνης άπέσπασεν εις το Σύνταγμα πέντε κατωτέρους ‘Έλληνας αξιωματικούς του Πυροβολικού ως εκπαιδευτάς εις τα δύο πυροβόλα.
Φαίνεται ότι εκ του γενομένου κατά τούς τελευταίους μήνας της κατοχής ισχυρού τούτου έφοδιασμοϋ, δεν άνευρέθησαν πολλά εντός του Συντάγματος μετά την άπελευθέρωσιν. Τόσον εις την προς το Άρχηγεΐον εκθεσίν του, όσον και εις ειδικόν τεΰχος εκ δοθέν ύπ’ αύτοϋ με τίτλον Ή Εποποιία του Μακρυγιάννη, ο κατά την μάχην διοικητής του Συντάγματος συνταγματάρχης Σαμουήλ ρητώς άναγράφει ότι δεν άνεϋρεν εκεί, οΰτε άρμα μάχης, ούτε πυροβόλα και ότι ταΰτα, ως και οι είδικοϊ εκ του Στρατεύματος αξιωματικοί προς χειρισμόν των, έστάλησαν κατόπιν απεγνωσμένων προσπαθειών του υπό της Στρατιωτικής Διοικήσεως μόλις την παραμονήν (5 Δεκεμβρίου) της ένάρξεως του άγώνος.
Πιθανώτατα, οι Γερμανοί κατά την ημέραν της άναχωρήσεώς των και εκ του φόβου μη χρησιμοποιηθούν ταΰτα έναντίον των υπό των ανδρών του Συντάγματος, άπεμάκρυνον εκεΐθεν το άρμα μάχης, τα πυροβόλα και τα καινουργή όπλα, ως εκ τούτου δε, έχρειάσθη, κατά τάς παραμονάς της μάχης, ή προμήθεια νέων. Πάντως, ο κατά τάς παραμονάς της άπελευθερώσεως γενόμενος έστω και προσωρινής πολεμικός αύτός έφοδιασμός του Συντάγματος, δεν άπέβη έπί ματαίω, διότι συνετέλεσεν εις την μετά πνεύματος πειθαρχίας παρασκευήν των ανδρών δι επικείμενον πολεμικόν άγώνα.
Η ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΑΜΥΝΗΣ
Άπό της 24 Νοεμβρίου την διοίκησιν του Συντάγματος άνέλαβεν ο συνταγματάρχης Γεώργιος Σαμουήλ, άξιωματικός γενναίος, ικανός και κατεχόμενος υπό πατριωτικού πάθους έναντίον της κομμουνιστικής άνταρσίας. Υποδιοικητής ώρίσθη ο άντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς, άξιωματικός επίσης γενναιόψυχος και ένθουσιώδης. Πάντες οι λοιποί αξιωματικοί του Συντάγματος, των όποιων τα όνόματα θα παραθέσωμεν μετά την έξιστόρησιν των έπεισοδίων του άγώνος, ήσαν άνδρες γενναίοι και ενθουσιώδεις, τρέφοντες άσπονδον μίσος κατά του κομμουνισμοϋ ως άνατροπέως της τάξεως και φθορέως των έθνικών παραδόσεων, άποφασισμένοι να χύσουν το αίμά των, ως οι τελευταίοι ύπερασπισταί των έθνικών και πολιτικών έλευθεριών του Ελληνικού Λαοΰ. ’Αλλά και οι ύπαξιωματικοί και οι απλοί χωροφύλακες, έχοντες σχεδόν πάντες άντιμετωπίσει εις σκληράν πάλην τον κομμουνισμόν ως εχθρόν της Πατρίδος, έμενον εκεί με χαλυβδωμένην την ψυχήν δι’ άγώνα προς σωτηρίαν του έθνους και με την άπόφασιν της θυσίας διά την νίκην. Πάντες ανεξαιρέτως, άλλως τε, είχον συναίσθησιν. Του γεγονότος ότι μόνη ή νίκη, ή άποτελεσματική άντίστασις κατά των άναριθμήτων κομμουνιστικών ορδών, θα άπετέλει την σωτηρίαν της άπομενούσης έλευθέρας Ελλάδος, άλλά και αυτών των ιδίων, ούτε ήτο δε δυνατόν να άμφιβάλλουν διά την οίκτράν τύχην, ή οποία άνέμενε πάντας, εις περίπτωσιν κατακτήσεως του όχυροϋ των και έπικρατήσεως των κομμουνιστών. Ό διοικητής Σαμουήλ και ο άρχηγός πολεμικής άμύνης άντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος (3ο ΕΓ) δεν έδίστασαν να το διακηρύξουν άπεριφράστως προς τούς άνδρας των εις παράταξιν όλίγας ώρας πρό της ένάρξεως της έλασιτικής έπιθέσεως.
— Πάρετέ το άπόφασιν, είμεθα όλοι μελλοθάνατοι. Βάλετε το καλά εις τον νοϋν σας, ότι μόνον ή νίκη θα σώση και την Ελλάδα και ήμάς τούς ίδιους. Άς άποθάνωμεν τούλάχιστον όχι από τάς μαχαίρας των άναρχικών, άλλ’ έπί του πεδίου της μάχης διά την τιμήν και την έλευθερίαν της Πατρίδος μας!
Ό άγων του Συντάγματος Μακρυγιάννη είχε την μοναδικήν τύχην να όργανωθή, από πολεμικής και επιτελικής πλευράς, υπό άνωτέρου άξιωματικοϋ μεγάλης μορφώσεως και πολεμικής πείρας, τρέφοντος δε άσπονδον μίσος προς τον κομμουνισμόν, έναντίον του όποιου είχεν ήδη δράσει γενναίως. Ό άντισυνταγματάρχης του Πεζικού Κωνστ. Κωστόπουλος, έχων ήδη χρηματίσει διοικητής του Τάγματος ’Ασφαλείας Λακωνίας από Νοεμβρίου 1943 μέχρι Μαΐου 1944 και διοικητής του Τάγματος Εύζώνων ’Αθηνών από Ιουλίου μέχρις ’Οκτωβρίου 1944, μετά την άπελευθέρωσιν, καταδιωκόμενος άμειλίκτως υπό των κομμουνιστών και τελών άπομεμακρυσμένος από της υπηρεσίας από την Κυβέρνησιν, παρέμενεν άχρησιμοποίητος, παρακολουθών τα γεγονότα από την Στρατιωτικήν Λέσχην, όπου παρέμενεν ήμέραν και νύκτα, διά να άποφύγη την έξόντωσίν του. Προικισμένος με έπιτελικόν νοϋν και σταθμίσας καλώς τα διαδραματιζόμενα γεγονότα μετά των πιθανοτήτων της έξελίξεως των έπιχειρήσεων, έπικειμένης της έλασιτικής έπιθέσεως, άντελήφθη άτι το κυριώτερον έρεισμα διά την άμυναν της πρωτευούσης ήτο το συγκρότημα Μακρυγιάννη.
Όλως αΰτοβούλως και χωρίς να λάβη παρ’ ούδενός έντολήν, την 5ην, 7ην και 8ην Νοεμβρίου, από την Στρατιωτικήν Λέσχην μεταβαίνει εις το Σύνταγμα Μακρυγιάννη, όπου, έν συνεργασία μετά του τότε διοικητοΰ και κατά τον άγώνα ύποδιοικητοϋ άντισυνταγματάρχου Σοφρά, μελετά έπισταμένως την τοποθεσίαν και τάς δυνατότητας άμύνης. Προβαίνει έπί τόπου εις άναγνωρίσεις και μετρήσεις και συντάσσει σχεδιάγραμμα των Στρατώνων και της πέριξ περιοχής, έπί του οποίου καθορίζει και τάς τρεις γραμμάς άμύνης (προφυλακαί, κυρία γραμμή Αντιστάσεως και τελευταίος χώρας Αντιστάσεως), αί όποιαι θα μας απασχολήσουν έν συνεχεία.
Επίσης καθώρισεν επακριβώς τα φυλάκια, ως και την θέσιν και την δύναμιν εκάστου έξ αυτών. Συγχρόνως, ένεχείρισε σημείωμα εις το οποίον ανέγραψε τάς άναγκαιούσας προπαρασκευαστικάς εργασίας οργανώσεως των κτιρίων και εκπαιδεύσεως, ανέθεσε δε την τεχνικήν εις τα όπλομηχανήματα εκπαίδευσιν των χωροφυλάκων εις τον έμπειρον άνθυπολοχαγόν Μπαρίτσαν.
Έπιτελέσας αύτοβούλως τα καθήκοντα αυτά οργανώσεως της άμύνης του Συντάγματος Μακρυγιάννη, παρέμενεν έκτοτε κλεισμένος, διά λόγους ασφαλείας, εντός της Στρατιωτικής Λέσχης. Αλλά την πρωίαν της 5ης Δεκεμβρίου, όταν πλέον αί έπιθέσεις των ελασιτών, προς κατάκτησιν του κέντρου της πρωτευούσης, είχον άρχίσει και ο αγών εϊχεν εΐσέλθει εις δραματικήν φάσιν, αισθάνεται την πατριωτικήν ανάγκην να είσέλθη εις ένεργόν δράσιν. Έχων πάντοτε έστραμμένον τον νοΰν του προς του Μακρυγιάννη, μολονότι δεν άγνοεΐ ότι ο αγών εκεί είναι λίαν έπισφαλής, λόγω των όλιγίστων δυνάμεων άμύνης και ότι αν συνελαμβάνετο εκεί υπό των κομμουνιστών θα κατεσπαράσσετο, λαμβάνει την γενναίαν άπόφασιν να μετάσχη προσωπικώς της άμύνης εις το ζωτικόν αυτό διά την άμυναν της πρωτευούσης σημεΐον. Εγκαταλείπει όριστικώς το κρησφύγετόν του και, πάντοτε αύτοβούλως, εγκαθίσταται εντός του Συντάγματος Μακρυγιάννη. ‘Ο έχων ήδη άναλάβει την διοίκησιν συνταγματάρχης Γεώργιος Σαμουήλ τον ύπεδέχθη με ανοικτάς άγκάλας.
Από της στιγμής εκείνης, κατόπιν έγκρίσεως της Στρατιωτικής Διοικήσεως, ο άντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος ήτο ο διοικητής των πολεμικών επιχειρήσεων άμύνης.
Ή γενναιότης των αξιωματικών και οπλιτών της Χωροφυλακής και ή άπόφασίς των, της μέχρι θανάτου άμύνης, δεν θα ήρκουν διά τον τελικόν θρίαμβον άνευ των τεχνικών μέσων πολέμου και μηχανοκινήτων. Τοΰτο καθίσταται περισσότερον νοητόν, αν ληφθή υπ’ όψιν ότι ο εχθρός, εκτός των σχεδόν εικοσαπλασίων δυνάμεων, άποτελουμένων από άγρια και φανατισμένα, άλλα και καλώς ώργανωμένα υπό επιτελών ήγετών, στίφη πολεμιστών, διέθετεν αφθονα και τέλεια τεχνικά μέσα διεξαγωγής πολέμου. Ταύτα δε (κανόνια, όλμοι, μυδραλλιοβόλα κλπ.) έχειρίζοντο άξιωματικοΐ του Ελληνικού Στρατού προσχωρήσαντες εις τον κομμουνισμόν, κεκτημένοι μεγάλην πείραν από τούς πολέμους και τάς άνταρτικάς επιχειρήσεις των βουνών και χρησιμεύοντες συγχρόνως προς εκπαίδευσιν επαρκούς αριθμού χειριστών.
Πλήν όλίγων, τυχόντων πρακτικής άσκήσεως εις τα βουνά, τάς έπαρχίας και εις αυτήν την πρωτεύουσαν κατά τάς έπιχειρήσεις εναντίον των εαμοελασιτών, οι αξιωματικοί και οπλίται της Χωροφυλακής δεν είχον λάβει ειδικήν εκ- παίδευσιν προς χειρισμόν των νέων τεχνικών όπλων. Ό διοικητής του Συντάγματος Σαμουήλ, μέσω του ύποδιοικητού άντισυνταγματάρχου Σοφρά, έπιχειρήσαντος διά μοτοσυκλέττας, περί το μεσονύκτιον της 4ης Δεκεμβρίου έπικίνδυνον μέτάβασιν εις το Άρχηγεΐον Χωροφυλακής, έπέστησε σοβαρώς την προσοχήν της Στρατιωτικής Διοικήσεως έπί της έπειγούσης αποστολής πεπειραμένων εκπαιδευτών και χειριστών. Και πράγματι, την πρωίαν της 5ης Δεκεμβρίου, κατόπιν διαταγής της Στρατιωτικής Διοικήσεως ’Αθηνών, κατέφθασαν εις το Σύνταγμα Μακρυγιάννη δύο ανθυπολοχαγοί Πεζικού, τρεις ανθυπολοχαγοί και δύο άνθυπασπισταί Πυροβολικού, εις ανθυπολοχαγός και εις ανθυπασπιστής Πεζικού, τέσσαρες λοχίαι Πυροβολικού και εις εθελοντής στρατιώτης όλμιστής. Πάντες αυτοί, εύθύς ως είσήλθον εις το Σύνταγμα Μακρυγιάννη, έπεδόθησαν εις την τοποθέτησιν και την προετοιμασίαν χειρισμού των μηχανικών όπλων, ως και εις την εκπαίδευσιν μεγαλυτέρου άριθμού χειριστών. Ταύτα ύπενθυμίζομεν ότι έγένοντο κατά την διάρκειαν της 5ης Δεκεμβρίου, προτεραίαν της επιθέσεως. Επαναλαμβάνομεν δε έπί τή εύκαιρία αύτή, εκείνο το οποίον έτονίσαμε προηγουμένως προκειμένου και περί της Σχολής Χωροφυλακής. Κατά μείζονα λόγον, άν οι έλασΐται, αντί να σπαταλήσουν τάς δυνάμεις των και τον χρόνον των εις επιθέσεις έναντίον διεσκορπισμένων άνά τάς ’Αθήνας φυλασσόμενων σημείων, έρριπτον το βάρος της δυνάμεώς των κατά του συγκροτήματος Μακρυγιάννη, εύθύς μετά την στάσιν της 3ης Δεκεμβρίου ή έστω την πρωίαν της 4ης Δεκεμβρίου, ότε δεν είχον άκόμη σταλή τεχνικά όπλα και χειρισταί, πιθανόν να ήτο άλλη ή εκ βασις του άγώνος.
Ή έντός του περιβόλου του Συντάγματος μόνιμος παρουσία ένός τεθωρακισμένου αύτοκινήτου, είχε κινήσει τον ένθουσιασμόν και τονώσει το ήθικόν των ανδρών. Ώς δύναμις του τεθωρακισμένου ώρίσθησαν ο άριστος πυροβολητής και γενναίος στρατιώτης ύπολοχαγός του Πυροβολικού Νικ. Λιαράκος ως διοικητής, ο ανθυπασπιστής Πυροβολικού Παν. Στασινόπουλος ως βοηθός, ο ανθυπασπιστής Χωροφυλακής Χαρ. Καϊμάκης ως οδηγός, ο λοχίας Πυροβολικού Στ, Γεωργόπουλος ως πυροβολητής και ο χωροφύλαξ Φιλ. Μιχαλόπουλος ως βοηθός όδηγού.
Το τεθωρακισμένου έφερε τρία βαρέα πυροβόλα και 2.750 φυσίγγια. οι 100 αξιωματικοί και άνθυπασπισταί και 429 οπλίται του Συντάγματος διέθετον 265 τυφεκ ια ’Ιταλίας, 24 τυφέκια Μάνλιχερ, 10,500 φυσίγγια τυφεκίων ’Ιταλίας και 700 φυσίγγια τυφεκίων Μάνλιχερ. Οι προσελθόντες αξιωματικοί του Στρατεύματος και οι εκπαιδευθέντες της Χωροφυλακής έχειρίζοντο 3 άτομικούς όλμους με βλήματα όλμων 20” και προωθητικά φυσίγγια των 15, 11 αυτόματα Στέν με 150 φυσίγγια δι’ έκαστον, 8 πολυβόλα Μπρέντα με 600 φυσίγγια και δύο πυροβόλα των 37 μετά 400 βλημάτων. Αυτά ήσαν τα μέσα άμύνης του Συντάγματος Μακρυγιάννη, μέσα πενιχρά έν συγκρίσει προς τα εις την διάθεσιν των ελασιτών, οι οποίοι άπεκάλουν έμπαικτικώς το όχυρόν αύτό φράχτην πού θα σαρωθή σέ λίγη ώρα γιά το πέρασμα προς το Σύνταγμα.
Την πρωίαν της 5ης Δεκεμβρίου έπεσκέφθη το Σύνταγμα ο ’Αρχηγός Χωροφυλακής Παπαργύρης, όστις έπεθεώρησε τούς άξιωματικούς και όπλίτας ύπερασπιστάς, προς τούς όποιους ώμίλησε περί της σημασίας του άγώνός των, εκ της εκ βάσεως του όποιου έξηρτότο αύτή ή σωτηρία του Έθνους.
— Αν, τούς είπε, περάσουν οι Κομμουνιστές από του Μακρυγιάννη προς το Σύνταγμα, το παν έχάθη. Από την άμυνάν σας έξαρτάται ή σωτηρία της Ελλάδος .
— Δεν θα περάσουν (!), άνεκραξαν, ως μία φωνή, πάντες οι άξιωματικοί και οπλίται. Και από της στιγμής εκείνης ή φράσις “δεν θα περάσουν” κατέστη καθ’ όλην την διάρκειαν του άγώνος το σύνθημα της άμύνης και το σύμβολου της θυσίας.
ΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΝ ΣΧΕΔΙΟΝ ΑΜΥΝΗΣ
’Ακολούθως, υπό του διοικητού, του υποδιοικητου και των ταγματαρχών, διοικητών των Ταγμάτων, Μπατσαλιά, Συμιναλάκη και Καρύτσα, συνετάγη το οριστικόν σχέδιον άμύνης, υποστάν μερικώς τροποποιήσεις και προσθήκας φυλακίων το απόγευμα, ότε κατέφθασεν εις το Σύνταγμα ο άντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος. Ό μεγαλύτερος κίνδυνος προήρχετο εκ του γεγονότος ότι οι κομμουνισταί, κατά την συνήθη μέθοδόν των, θα έχρησιμοποίουν χειροβομβίδας και δέσμας δυναμίτιδος προς άνατίναξιν των μανδροτοίχων και θα έξεσφενδόνιζον δοχεία φλεγομένης βενζίνης προς εμπρησμόν των κτιρίων. Επομένως, έπρεπε να ληφθή πρόνοια, όπως μη δυνηθοΰν να προσεγγίσουν, διά δημιουργίας έξωτερικών φυλακίων άμύνης. ’Επίσης, εκ των πέριξ των στρατώνων πολυκατοικιών, από των ταρατσών, των παραθύρων και των έξωστών θα ήδύναντο να βάλλουν κατά των κινούμενων έντός του προαυλίου και να εκσφενδονίζουν χειροβομβίδας και ευφλέκτους ύλας κατά των κτιρίων, αντί πάσης δε θυσίας δεν έπρεπε να περιέλθουν όπό την κατοχήν των. Επομένως, εκτός της αμυντικής διατάξεως του εσωτερικού, ένθα το Διοικητήριον και οι στρατώνες, προς κατά μέτωπον απόκρουσιν επιθέσεων, επεβάλλετο η κατοχή των λόγω του ύψους των και της εγγυτάτης άποστάσεως δεσποζουσών του έσωτερικού οικιών και η εις ώρισμένα επίκαιρα σημεία τούτων τοποθέτησις μονίμων φυλακίων άμύνης.
Κατά το έφαρμοσθέν σχέδιον άμύνης του έσωτερικοΰ, ή έξ 25 άξιωματικών και 200 οπλιτών μετά τυφεκίων, χειροβομβίδων, 11 αυτομάτων και 4 όλμίσκων δύναμις διηρέθη εις ουλαμούς υποδιαιρεθέντας εις διμοιρίας και φυλάκια, μετά συγκεκριμένης άποστολής σταθεράς άντιστάσεως και καθορισθέντα σημεία άνευ μετακινήσεως, αλλά με υπηρεσίας έπαφών.
‘Η έφεδρεία είχε τοποθετηθή εις τα δυτικά ύπόγεια του Διοικητηρίου, θα ήτο δε ή μόνη δύναμις ή οποία, έν συνεχεΐ έπαγρυπνήσει-, θα εκινείτο προς οίανδήποτε κατεύθυνσιν, όπου θα παρίστατο άνάγκη και όταν θα έλάμβανε διαταγήν!
Ή ύπόλοιπος δύναμις θα παρέμενεν έν έπιφυλακή εις τα ύπόγεια ή έπί του δευτέρου όρόφου του Διοικητηρίου. ’Ασκήσεις ήμέρας και νυκτός δι’ όπλοπολυβόλων και όλμίσκων θα διεξήγοντο συνεχώς, μέχρι της ένάρξεως των έπιχειρήσεων. Συνεστήθησαν σταθμοί διαβιβάσεων Διοικήσεως και Ύποδιοικήσεως Λόχων, Διοικήσεων έσωτερικής και έξωτερικής ζώνης και Διοικήσεως έφεδρείας. Τα φυλάκια έσωτερικής και έξωτερικής ζώνης θα έπεκοινώνουν μετά των σταθμών Διοικήσεως και μεταξύ των, ενώ ή επικοινωνία του Συντάγματος μετά του Αρχηγείου και της Στρατιωτικής Διοικήσεως θα έγίνετο διά τηλεφώνου ή άγγελιαφόρων. Έφ’ όσον δεν θα ήτο δυνατόν τούτο, θα έγίνετο χρήσις φωτοβολίδων, συμφώνως με κώδικα σημάτων. ’Επίσης, κατά το δυνατόν, θα έχρησιμοποιεΐτο δι’ επικοινωνίας το τεθωρακισμένον αυτοκίνητον. Εις την ταράτσαν του Διοικητηρίου θα έλειτούργει παρατηρητήριον, δυνάμενον να λάβη ή να μεταδώση φωτεινά σήματα.
Σοβαρόν πρόβλημα ήτο ή επισκευή των όπλων, τα οποία λόγω της συνεχούς χρήσεως υφίσταντο βλάβας, συνεπεία των οποίων ήχρηστεύοντο. Εις πολλά άλλα κέντρα άντίστάσεως ή άχρήστευσις των όπλων, εκ της πολλής χρήσεως, άπετέλεσε μίαν των κυριωτέρων αιτιών δυσμενούς εκ βάσεως του αγώνας ή συμπτύξεως των Υπερασπιστών. Ό κίνδυνος αυτός είχε προβλεφθή εις το Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Εις το ύπόγειον του Διοικητηρίου εΐχεν έγκατασταθή ο είδικός τεχνίτης δι’ επιδιορθώσεις όπλων—λοχίας—ο όποιος, βοηθούμενος και υπό δύο χωροφυλάκων, έπεσκεύαζε μετά μεγάλης ταχύτητος τα ύφιστάμενα βλάβας όπλα.
Πρωταρχικήν σημασίαν είχεν επίσης ή σύστασις υγειονομικής Υπηρεσίας, προς έπίδεσιν πληγών των τραυματιζομένων. Εις τα φυλάκια έξωτερικής ζώνης θα έτοποθετεϊτο νοσοκόμος με το άπαραίτητον έπιδεσμικόν όλικόν. Εις ασφαλές σημεΐον του κτιρίου, το άναρρωτήριον του στρατώνος, συνεστήθη σταθμός έπιδέσεως πληγών, έτέθη δε έπί κεφαλής τούτου ο εθελοντικώς προσελθών στρατιωτικός ίατρός Ν. Κουτσογιαννόπουλος. Έναποθηκεύθη εκεί και αρκετόν υγειονομικόν υλικόν. Ή μεταφορά των τραυματιών θα έγίνετο διά των υπαρχόντων 4 φορείων, έφ’ όσον δε θα έπέτρεπον τούτο αί έπιχειρήσεις, τα αύτοκίνητα του Συντάγματος θα μετέφερον τούς τραυματίας εις νοσοκομεία.
Καθωρίσθησαν επίσης και αί θέσεις μάχης εκάστου μαχητού, κατά τρόπον ώστε έκαστος τούτων να βάλλη από τυφεκίστραν, προστατευόμενος από τα πυρά του εχθρού έξ όλων των κατευθύνσεων. Τα παράθυρα των κτιρίων εκλείσθησαν διά σάκκων χώματος, άλλ’ ένδιαμέσως τούτων παρέμειναν ό παϊ προς χρησιμοποίησίν των έν εΐδει τυφεκίστρων. Οι διοικηταί και οι εκ των προτέρων ορισθέντες διά την περίπτωσιν φόνου ή τραυματισμού άντικαταστάται τούτων εις τούς τομείς, τα φυλάκια και τα έφεδρικά τμήματα, ώφειλον να μελετήσουν καλώς την όλην διάταξιν της άμύνης και να είναι άπολύτως ενημερωμένοι έπί των σχεδίων και των δεόντων γενέσθαι εις εκ άστην περίπτωσιν.
Αλλά, ως είπομεν, βασικήν σημασίαν διά την έκβασιν του άγώνος εΐχον τα έξωτερικά φυλάκια άμύνης, τα όποια έγκαθιδρυμένα εις γύρωθεν πολυκατοικίας, θα εκράτουν μακράν τούς έλασίτας και θα έπροστάτευον το κτιριακόν συγκρότημα από τάς εκ του σύνεγγυς έπιθέσεις, ίδίως τάς ανατινάξεις, προς δημιουργίαν εις τούς μανδροτοίχους ρηγμάτων, μέσω των όποιων θα είσώρμων οι έλασΐται εις το έσωτερικόν.
Λίαν έπικίνδυνος ήτο ίδίως ή βόρεια πλευρά, από λεωφόρου Διονυσίου ’Αρεοπαγίτου προς όδόν Χατζηχρήστου και Κουκάκι, όπου το έδαφος είναι λίαν κατωφερές, αί δε ταράτσαι των πολυκατοικιών δεσπόζουν ολοκλήρου της περιοχής από Κουκάκι προς Μακρυγιάννη και μέχρι των άρχών της λεωφόρου Συγγρού. Το δε χειρότερον ήτο, ότι το όπίσθιον μέρος των οικιών των όδών Μητσαίων και Χατζηχρήστου έφάπτεται του μανδροτοίχου του Στρατώνος. Ούτως, ο έχθρός, καθιστάμενος κάτοχος των πολυκατοικιών αυτών, από των ταρατσών των δι’ άνοιγομένων οπών εις την όπισθίαν πλευράν των θα έβαλλεν άνέτως εις το έσωτερικόν παρεμποδίζων πάσαν κίνησιν, θα εξεσφενδόνιζε χειροβομβίδας και ευφλέκτους ύλας και θα διηυκόλυνε την προσέγγισιν των δυναμιτιστών εις τον μανδρότοιχον. Ώς εκ τούτων έπεβάλλετο ή αντί πάσης θυσίας έγκατάστασις έξωτερικών φυλακίων και πρό των έγγιζουσών οικιών, προς συγκράτησιν του έχθροΰ εις άπόστασιν και άπώθησίν του πέραν του μανδροτοίχου κατά τάς ώρας των επιθέσεων.
Ούτως, ίδρύθησαν επτά έξωτερικά φυλάκια, άποτελέσαντα την πρώτην ζώνην άμύνης ή όποια έτέθη υπό την διοίκησιν του ταγματάρχου Ν. Συμινελάκη. Ή δευτέρα ζώνη της έσωτερικής άμύνης του μανδροτοίχου και ή τρίτη της κεντρικής άμύνης έτέθησαν υπό την διοίκησιν του ταγματάρχου Άργ. Μπατσαλιά, διορισθέντος συγχρόνως άρχηγοΰ της έφεδρείας.
Τα 7 έξωτερικά φυλάκια ήσαν τα άκόλουθα:
το 1ον έπί της ταράτσας της πολυκατοικίας της κειμένης έπί της διασταυρώσεως των όδών Βύρωνος και Διονυσίου ’Αρεοπαγίτου.
Το 2ον, απέναντι του προηγουμένου, εις την ταράτσαν της οικίας όπου το φαρμακεΐον Πατεράκη. Διά την άμυναν των δύο τούτων φυλακίων διετέθησαν 22 χωροφύλακες διαθέτοντες, εκτός του όπλου των, ένα όλμον με 30 βλήματα και έν όπλοπολυβόλον Μπρέντα. Διοικητής ώρίσθη ο μοίραρχος Α. Βερναδέσκης, με βοηθούς τούς ανθυπομοιράρχους Γ. Κοντολέφαν και Γ. Τσιτούρην και τον άνθυπασπιστήν του Πεζικοΰ Πανάγον. Το Ιον φυλάκιον είχε το πλεονέκτημα ότι διέθετε τηλέφωνον της πολυκατοικίας, μέσω του οποίου και το Σύνταγμα, όταν ήχρηστεύθησαν τα ίδικά του τηλέφωνα, έπεκοινώνει μετά του ’Αγγλικού Στρατηγείου και της Στρατιωτικής Διοικήσεως.
Το 3ον φυλάκιον έγκατεστάθη εις την μεγάλην ταράτσαν της πολυκατοικίας Πολυμεροπούλου, από της οποίας έλέγχεται εύρυτάτη περιοχή, από των παλαιών Σφαγείων μέχρι των φυλακών Βουλιαγμένης και από της λεωφόρου Συγγροΰ μέχρις Άρδηττοΰ. Εις το φυλάκιον τοΰτο διετέθησαν 18 χωροφύλακες μεθ’ ένός όλμου. Την διοίκησιν τούτου άνέλαβεν ο μοίραρχος Π. Μαλτέζος, με βοηθούς τον άνθυπομοίραρχον Σ. Καλατζήν και τούς άνθυπασπιστάς Σ. Κακκαβαν και Φ. Σακελλάρην,του τελευταίου τούτου διακριθέντος ως άρίστου σκοπευτοΰ, ο όποιος με το πολυβόλον το οποίον έχειρίζετο έπροξένησε μεγάλην φθοράν εις τούς επιτιθεμένους έλασίτας. Ένθεν κακείθεν του φυλακίου της πολυκατοικίας Πολυμεροπούλου, είχον συστηθή δύο ύποφυλάκια το εν, υπό τον ένωμοτάρχην Νάσκον μετά πέντε ανδρών, έπροστάτευε την όδόν Διονυσίου Αρεοπαγίτου προς την κατεύθυνσιν της Άκροπόλεως, το δεύτερον, υπό τον ανθυπομοίραρχον Σ. Καλατζήν, έπώπτευε προς την πύλην Άδριανού.
Το 4ον φυλάκιον έγκατεστάθη εις την δυτικήν πλευράν των Στρατώνων, εις το μέσον περίπου της όδοΰ Μητσαίων, με διοικητήν τον άνθυπασπιστήν Γ. Χατζάκην και πέντε χωροφύλακας.
Διά την παρεμπόδισιν των κομμουνιστών να προσεγγίσουν το συγκρότημα των Στρατώνων από των οδών Χατζηχρήστού και Μακρυγιάννη, παρίστατο αναπόδραστος ανάγκη όπως εγκατασταθούν φυλάκια και από των πλευρών εκείνων (νοτίας και νοτιοανατολικής), αί όποΐαι ήσαν και αί πλέον επικίνδυνοι, διότι εκεΐθεν διηνοίγοντο ευρύτατοι χώροι έπιθέσεως πολυαρίθμων έλασιτικών στιφών από της λεωφόρου διά των όδών Βεΐκου και Φαλήρου. ’Αλλά το κακόν ήτο ότι τα φυλάκια αυτά, διά να εκπληρώσουν την αποστολήν της άμύνης, έπρεπε να τοποθετηθούν εις άπομεμακρυσμένους από του περιβόλου χώρους, όπου θα ήσαν άπομεμονωμένα και εκτός πάσης επαφής μετά του κεντρικού κτιρίου. Ήδη πρό της ένάρξεως των επιχειρήσεων άπεκλήθησαν “φυλάκια θανάτου”, διότι οι εις αύτά τοποθετούμενοι μαχηταί ώφειλον να υπολογίζουν μόνον εις τάς ιδίας των δυνάμεις, χωρίς δυνατότητα λήψεως ένισχύσεων ή συμπτύξεως.
Οϋτω, το 5ον και το 6ον φυλάκια, έγκατεστάθησαν εις ταράτσας συνεχομένων οικημάτων της οδού Χατζηχρήστου προς την διασταύρωσιν της όδού Μητσαίων. Άπό της παραμονής της έπιθέσεως συνεπτύχθησαν εις έν φυλάκιον, προς ϊσχυροτέραν αμυντικήν συγκρότησιν. Την διοίκησιν των συμπτυχθέντων άνέλαβεν ο μοίραρχος Κοντάκος, με βοηθούς τον ανθυπομοίραρχον Φαρρόν και τούς άνθυπασπιστάς Παπασπυρόπουλον και Στρογγύλην και με δύναμιν 16 ανδρών, εφοδιασμένων, εκτός των όπλων, μετ’ επαρκών φυσιγγίων, δι’ ένός αυτομάτου Στεν και χειροβομβίδων. Πάντως, το φυλάκιον αυτό παρουσίαζε σοβαρόν μειονέ-κτημα, διότι οι άνδρες του ώφειλον να εύρίσκωνται έν συνεχή έπαγρυπνήσει προς τάς ταράτσας των γειτονικών οικιών, αί όποΐαι ήσαν περίπου ισοϋψείς και αν κατελαμβάνοντο υπό των ελασιτών, θα έξωντούντο διά χειροβομβίδων.
Το 7ον φυλάκιον, τοποθετημένον από της άλλης πλευράς, εις την διασταύρωσιν των όδών Χατζήχρήστου και Μακρυγιάννη (πολυκατοικία Τουλούπα), ήτο το πλέον άπομεμακρυσμένον, τελείως άπομεμονωμένον και άκρως επικίνδυνον. Ήδη, από της πρωίας της 5ης Δεκεμβρίου, όμάς ελασιτών προσεπάθησε να καταλάβη την δεσπόζουσαν στράτηγικώς θέσιν αυτήν, άλλα περίπολος εκ χωροφυλάκων έσπευσε να τούς άπωθήση και ώχυρώθη εις την είσοδον της πολυκατοικίας, έως ότου, περί την μεσημβρίαν, εγκατεστάθη επί της ταράτσας το 7ον φυλάκιον. Τούτο έτέθη υπό την διοίκησιν του μοιράρχου Κ. Παπακώστα, με βοηθούς τον άνθυπασπιστήν Στ. Βισβίκην και τον ένωμοτάρχην Α. Ζαμπόν μετά δυνάμεως 16 χωροφυλάκων έφωδιασμένων και δι’ ένός οπλοπολυβόλου. Ή υπηρεσία εις το φυλάκιον τούτο του θανάτου δεν ήτο ύποχρεωτική, αλλά πάντες οι όρισθέντες άνδρες έδέχθησαν προθύμως να μεταβούν και μεταβαίνοντες άπεχαιρέτησαν μετά συγκινήσεως τούς συναδέλφους των, έν πλήρει έπιγνώσει του γεγονότος ότι εκεί, οπού τούς εκάλει το ύπέρτατον προς την πατρίδα καθήκον, τούς άνέμενε σχεδόν βέβαιος θάνατος. Την εσπέραν μάλιστα της 5ης Δεκεμβρίου, ή σύζυγος του μοιράρχου Παπακώστα διεκινδύνευσε μετάβασιν εις το φυλάκιον, διά να δώση εις τον σύζυγόν της τον αποχαιρετιστήριον άσπασμόν.
Ώς έγράφη ανωτέρω, κατά το σχέδιον άμύνης, ή διεξαγωγή των έπιχειρήσεων περιελάμβανε τρεις ζώνας. Πρώτη ζώνη ήτο ή των έξωτερικών φυλακίων, περί της όποιας εγένετο ανωτέρω λεπτομερής περιγραφή. Δευτέρα, ή της έσωτερικής άμύνης, περιελάμβανε τούς ακολούθους τομείς.
Τομεύς πρώτος: Διοικητής ταγματάρχης Χωροφυλακής Κωνστ. Καρύτσας, έχων υπό τάς διαταγάς του τα κάτωθι φυλάκια:
α. Φυλάκιον θέσεως γραφείου διαχειρίσεως χρηματικού, υπό τον μοίραρχον Διον. Δημακόπουλον, με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Π. Βορίλαν
β. Φυλάκιον θέσεως γραφείου διαχειρίσεως υλικού υπό τον ανθυπομοίραρχον Έμμ. Χαριτάκην, με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Σ. Φιλοσοφόπουλον,
γ. Φυλάκιον θέσεως κεντρικής πύλης, υπό τον μοίραρχον Κ. Μπινιάρην, με βοηθούς τον μοίραρχον Παν. Καράγιωργαν, τούς ανθυπομοιράρχους Κ. Κίτσον και ’Aθ. Κρινήν και τον άνθυπασπιστήν Ν. Κολοβόν.
δ. Φυλάκιον θέσεως καφενείου, συνεργείων ραπτών και θαλάμου αξιωματικών, υπό τον μοίραρχον Σπ. Τασσόπουλον, με βοηθούς τούς ανθυπομοιράρχους Φρ. Μηλαϊον, Παν. Μούκαν και Π. Παπαδόπουλον και τούς άνθυπασπιστάς Ν. Καλατζήν, Δ. Τσώνον και Σ. Μπουφίδην και
ε. Φυλάκιον θέσεως υπογείου, έναντι κυρίας πύλης, υπό τον υπομοίραρχον Στ. Άνευλαβήν, με βοηθόν τον ανθυπομοίραρχον Κ. Παππαν.
Τομεύς δεύτερος: Διοικητής Ταγματάρχης Θ, Κουτσούπης, έχων υπό τάς διαταγάς του τα κάτωθι φυλάκια:
α. Φυλάκιον θέσεως πειθαρχείου και πρατηρίου τροφίμων, υπό τον ανθυπομοίραρχον Κωνστ, Παπακωνσταντίνου,
β. Φυλάκιον θέσεως 8ου θαλάμου, υπό τον άνθυπομοίραρχον Κ. Μεντάκην,
γ. Φυλάκιον θέσεώς νέου εστιατορίου υπό τον άνθυπασπιστήν Ί. Ξιφαράν και έν συνεχεία τον μοίραρχον Δ. Κοντάκον,
δ. Φυλάκιον θέσεως εστιατορίου οπλιτών, υπό τον ανθυπομοίραρχον Σ. Γεωργακόπουλον, με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Ί. Τσίγγρην.
Τομεύς τρίτος: Διοικητής Κωνστ. Κολλατος, εχων υπό τάς διαταγάς του τα κάτωθι φυλάκια:
α. Φυλάκιον θέσεως λέσχης αξιωματικών, υπό τον ανθυπομοίραρχον Κ. Θεοφίλου, με βοηθούς τούς άνθυπασπιστάς Μ. Άργυράκην και Φ. Μαλαπέτσαν,
β. Φυλάκιον θέσεως μαγειρείου, όπό τον ανθυπομοίραρχον Εύθ. Τριανταφύλλου, με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Ίω. Παπαζαφειρόπουλον,
γ. Φυλάκιον θέσεως έξόδου έπί της όδοΰ Διονυσίου Αρεοπαγίτου, υπό τούς άνθυπασπιστάς Ά. Μερτζάνην, Ά. Παπαχαραλάμπους και Εύστ. Πιτσινίγκον.
Ή τρίτη ζώνη Άμύνης περιελάμβανε το Διοικητήριον και άπετελεϊτο από τούς ακολούθους τομείς μετά των φυλακίων των.
Τομεύς τέταρτος: Διοικητής Ταγματάρχης Π. Ποντήρης, έχων υπό τάς διαταγάς του τα ακόλουθα φυλάκια:
α. Φυλάκιον θέσεως γραφείου προσωπικού, υπό τον μοίραρχον Γ. Παπαδάκην, με βοηθόν τον άνθυπομοίραρχον Γ. Καραστάθην,
β. Φυλάκιον θέσεως 1ου θαλάμου 1ου Λόχου, υπό τον Μοίραρχον Γ. Δημακόπουλον με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Δ. Κουντούρην,
γ. Φυλάκιον θέσεως 2ου Λόχου, υπό τον μοίραρχον Λυκ. Καραβίτην, με βοηθούς τούς άνθυπασπιστάς Θεοχ. Βασιλάκην και Άρ. Θεοδώρου,
δ. Φυλάκιον θέσεως 4ου Λόχου, υπό τον άνθυπομοίραρχον Ί. Τόλην, με βοηθόν τον άνθυπασπιστήν Γ. Μητρόπουλον και
ε. Φυλάκιον θέσεως Πύλης της Εκκλησίας, υπό τον άνθυπομοίραρχον Ήρ. Στρατήν.
Τομεύς πέμπτος: Διοικητής ταγματάρχης Χωροφυλακής Όδ. Τριανταφύλλου, έχων υπό τάς διαταγάς του τα φυλάκια :
α. Φυλάκιον θέσεως άποθήκης ύλικού αυτοκινήτων, υπό τούς άνθυπασπιστάς X. Σιτοκωνσταντίνου και Ά. Φραγκογιάννην και
β. Φυλάκιον θέσεως “πειθαρχείων και κρατητηρίων”, υπό τον άνθυπασπιστήν Σταμ. Μπαθρέλλον.
Εις την ταράτσαν του Διοικητηρίου, όπου και το γενικόν παρατηρητήριον, εΐχεν έγκατασταθή άνεξάρτητον φυλάκιον υπό τον μοίραρχον Ήλ. Παπαδόδημαν. Ώς παρατηρητήριον έχρησιμοποιήθη και ο έξώστης του άναρρωτηρίου εις τον β’ όροφον υπό τον μοίραρχον Χρ. Μπουρμπόπουλον.
Έν τω συνόλω, ή δύναμις άμύνης του Συντάγματος άπετελεϊτο από ένα συνταγματάρχην Χωροφυλακής (διοικητής), ένα άντισυνταγματάρχην Χωροφυλακής (ύποδιοικητής), ένα άντισυνταγματάρχην Πεζικού (διοικητής άμύνης), δέκα ταγματάρχας Χωροφυλακής, εικοσιέξ μοιράρχους, τρεις υπομοιράρχους, ένα ύπολοχαγόν Πυροβολικού, είκοσιπέντε ανθυπομοιράρχους, πέντε άνθυπολοχαγοΰς Πυροβολικού, εικοσιδύο άνθυπασπιστάς Χωροφυλακής, πέντε άνθυπασπιστάς διαφόρων Όπλων και τετρακοσίους είκοσι όπλίτας Χωροφυλακής, εκ των οποίων έβδομήκοντα τρεις ήσαν ένωμοτάρχαι και εκατόν πεντήκοντα ύπενωμοτάρχαι. Τα ονόματα πάντων θα παρατεθούν έν συνεχεία του παρόντος κεφαλαίου.
ΑΙ ΠΡΩΤΑΙ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΨΙΣ ΦΥΛΑΚΙΩΝ
Από της πρωίας της 5ης Δεκεμβρίου, το εφεδρικόν ΕΑΜ με τα γυναικόπαιδα, συνωστίζονται εις τάς γύρωθεν παρόδους, όπόθεν αντηχούν οι άλαλαγμοί των δίκην βρυχηθμών θηρίων. Εκατοντάδες χωνιά έχουν τεθή εις ένέργειαν καλοΰντα τον λαόν εις συναγερμόν, διότι επίκειται ή έξολόθρευσις των εχθρών του λαού και των προδοτών, οι όποιοι τρέμοντες διά την τιμωρίαν ή οποία τούς άνέμενε, εΐχον κλεισθή εις το κτίριον των Στρατώνων Μακρυγιάννη.
Όσον έπλησίαζεν ή μεσημβρία, όμάδες ενόπλων ελασιτών ένεφανίζοντο εις τάς περί τον περίβολον οδούς, κατασκοπεύουσαι τα άμυντικά μέτρα. Πολλαί έξ αυτών συνωδεύοντο από γυναίκας και παιδία με χωνιά, πού εκ άλουν τούς ύπερασπιστάς να παραδοθοΰν, όσον ύπήρχεν άκόμη καιρός, διά να σώσουν την ζωήν των, άλλως θα έπερνώντο όλοι από τάς μαχαίρας, τάς όποιας μάλιστα πολλοί και πολλαί εκράδαινον έπιδεικτικώς. Αξιωματικοί και οπλίται, συμφώνως προς τάς διαταγάς τάς οποίας είχον λάβει, παρέμενον ακίνητοι εις τάς θέσεις των μη άπαντώντες εις τάς ύβρεις και προκλήσεις.
Άπό των πρώτων άπογευματινών ωρών, τα παρατηρητήρια του Συντάγματος διεπίστωσαν όμαδικάς κινήσεις μεγάλων έλασιτικών δυνάμεων από του Σταδίου, του Άρδηττού και των εκεΐθεν περιοχών, προς την λεωφόρον Συγγροΰ, ένώ πολεμικόν ΰλικόν μετεφέρετο προς τάς συνοικίας Μακρυγιάννη, Γαργαρέτας και τούς περί το θέατρον Διονύσου χώρους. Ήταν πλέον προφανές ότι το Σύνταγμα περιεσφίγγετο πανταχόθεν και έπλησίαζεν ή ώρα της έπιθέσεως. Ό διοικητής συνταγματάρχης Σαμουήλ, καλέσας τούς αξιωματικούς, τούς άπηύθυνε, με παλλομένην εκ συγκινήσεως φωνήν, τα κατωτέρω απλά, άλλα συγκλονιστικά εις την άπλότητα της εκ ωράσεως του πατριωτικού παλμού των, λόγια.
— Παιδιά μου, σήμερον ή αύριον θα άντιμετωπίσωμεν πολυάριθμον, έπικίνδυνον και καλά έξωπλισμένον έχθρόν, φανατικόν εις την εγκληματικήν του ιδεολογίαν. Πρέπει να άγωνισθώμεν όλοι μας, με την ιδίαν αποφασιστικότητα και την ιδίαν πίστιν πού έπέδειξε πάντοτε το Σώμα της Χωροφυλακής, από τα παληά χρόνια μέχρι σήμερον. Πιθανόν να ύποχρεωθοΰμε να άμυνθώμεν μέχρις έσχάτων, και πιθανόν να χρησιμοποιήσωμεν και την λόγχην, ακόμη και να έλθωμεν σώμα προς σώμα με τούς κομμουνιστάς. Η θυσία διά την Πατρίδα πρέπει να μας έμπνέη και το ύπέρτατον χρέος προς την τιμήν των οπλών μας, πρέπει να μας οΐστρηλατή. Καμμία ανθρώπινη δύναμις εις τον κόσμον δεν είναι δυνατόν να μας λυγίση και να μας ύποτάξη, όταν έχωμεν μπροστά μας το παράδειγμα των Σουλιωτών και των Πολιορκημένών του Μεσολογγίου, πού ήναγκάσθησαν να τρέφονται και με φύλλα δένδρων άκόμη διά να μη παραδοθούν. Ή ‘Ελληνική Ιστορία είναι γεμάτη από δάκρυα και αίμα, ήρωισμούς και θυσίας. Γι’ αύτό συνεχίζει τον ένδοξον δρόμον της ή αθάνατη αυτή φυλή που έλάτρευσε την ανδρείαν και έθεοποΐησε την παλληκαριά. Δέν θα λογαριάσουμε τον αριθμόν των αντιπάλων μας. Τον ’Οκτώβριόν του 1940, το ίδιο έπράξαμε. Ή ανδρειωμένη ψυχή της φυλής μας δεν έλογάριασε τα εκατομμύρια των λογχών του εχθρού, γιατί ή παλληκαριά δεν μετριέται με τον πήχυν, ούτε ζυγίζεται. Δημιουργεί, εξυψώνει και επιτυγχάνει θαύματα. Ό εχθρός δεν πρέπει να καταλάβη το οχυρόν μας. ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ αυτό θα είναι το σύνθημά μας, αύταί αί λέξεις πρέπει να σας εμπνέουν και να σάς καθοδηγούν!..
— ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ανέκραξαν όλοι οι αξιωματικοί ως μία φωνή, και δοθέντος αμέσως του συνθήματος του συναγερμού έτρεξαν με ενθουσιασμόν και με την άπόφασιν πόσης θυσίας διά την νίκην, εις τάς θέσεις των. Ενώ δε έπήρχετο σκότος, ο διοικητής του Συντάγματος Σαμουήλ και ο διοικητής της άμύνης Κωστόπουλος, έτρεξαν προς τελευταίαν έπιθεώρησιν των έξωτερικών και εσωτερικών φυλακίων. Κατά την σκοτεινήν και παγεράν αυτήν δεκεμβριανήν νύκτα της 5ης Δεκεμβρίου, αξιωματικοί και οπλίται δεν εκοιμώντο. Ήγρύπνουν εις τάς τεταγμένας θέσεις των με το όπλον εις τάς χεΐρας, άναμένοντες από στιγμής εις στιγμήν την έπΐθεσιν.
Περί την 5ην πρωινήν της 6ης Δεκεμβρίου, ο διοικητής της Εξωτερικής άμύνης ταγματάρχης Συμινελάκης έπεχείρησε την τελευταίαν έπιθεώρησιν των άνά τάς πολυκατοικίας φυλακίων, διά να ένθαρρύνη τούς φρουρούς και να δώση τάς τελευταίας έντολάς. Την 5.45′ άκριβώς, ενώ έπιστρέφων διήρχετο την κάτω πύλην, ήκούσθησαν 6 πυροβολισμοί διά περιστρόφου από οικίας παρακειμένης οδού, προφανώς άποτελούντες το σύνθημα της έπιθέσεως. Ευθύς αμέσως άντήχησαν οι κώδωνες των εκκλησιών των πέριξ συνοικιών, σαλπίσματα και αλαλαγμοί. Εντός όλίγων δευτερολέπτων, καταιγισμοί πυρών αύτομάτων όπλων και τυφεκίων, εκρήξεις χειροβομβίδων και όμαδικαί βολαί όλμων συνεκλόνισαν την ατμόσφαιραν. Ή γενική έπίθεσις των ελασιτών κατά του Συντάγματος Μακρυγιάννη είχεν αρχίσει. Εσωτερικά και εξωτερικά φυλάκια άμύνης άπήντησαν αμέσως με καταιγιστικόν πϋρ.
Το στρατηγείον των ελασιτών είχε πληροφορηθή την τοποθέτησιν φρουρών εις φυλάκια στρατηγικής θέσεως, εις τάς γύρωθεν πολυκατοικίας και είχε διατάξει να στραφή έν μέρει το βάρος της έπιθέσεως προς κατάληψιν των φυλακίων αυτών, ούτως ώστε να είναι δυνατή ή προσέγγισις προς τον περίβολον του συγκροτήματος. Δύο Ελασιτικά συντάγματα εφώρμων μετά μανίας πανταχόθεν κατά του κτιρίου, ενώ ο εφεδρικός ΕΛΑΣ Παγκρατίου, Βύρωνος, Καισαριανής, Νέου Κόσμου, Καλλιθέας και άλλων γύρωθεν συνοικιών, έφώρμα μετά κραυγών λύσσης κατά των κατοικιών, όπου εύρίσκοντο τα φυλάκια. Τα επιτιθέμενα κατ’ αλλεπάλληλα κύματα και αλαλάζοντα στίφη των ελασιτών, αί υστερικαί κραυγαί του όχλου, τα διασταυρούμενα πυρά των όπλων, οι εκκωφαντικοί βόμβοι των όλμων, οι πλαταγισμοί των πολυβόλων, ο συνταρακτικός πάταγος των χειροβομβίδων και αί τρομεραί εκρήξεις των εκτοξευομένων από τα ελασίτικα πυροβολεία των λόφων Φιλοπάππου και Άρδηττοϋ βομβών, έδημιούργουν φρικώδη ατμόσφαιραν πραγματικής κολάσεως. ’Αλλά, οι ύπερασπισταί του Συντάγματος και των έξωτερικών φυλακίων, παρέμενον απτόητοι εις τάς θέσεις των και όλαι αί επιθέσεις του Εχθρού συνετρίβοντο με μεγάλας απώλειας του.
Το έλασιτικόν επιτελείον άντελήφθη ότι αί άπώλειαι θα ήσαν βαρύταται και το αποτέλεσμα άμφίβολον, αν δεν συνετρίβοντο τα εξωτερικά φυλάκια, διότι τα στίφη των επιτιθεμένων δεν ήδύναντο να φθάσουν κατά μεγάλας μάζας μέχρι του περιβόλου, λόγω του καταιγιστικού πυρός των, και φθάνοντα έθερίζοντο, εύρισκόμενα έν τω μέσω δύο πυρών. Διά τούτο διέταξεν, όπως το βάρος της προσπαθείας στραφή προς τα εξωτερικά φυλάκια, τα οποία μέχρι της μεσημβρίας έπρεπε να καταληφθούν αντί πάσης θυσίας. Περί την 7ην πρωινήν ώραν, αί ελασίτικαι ορδαί περιστοιχιζόμεναι από ωρυόμενον όχλον του Εφεδρικού ΕΛΑΣ, εξώρμησαν μετά μανίας κατά των οικιών, εις τάς ταράτσας και τούς έξώστας των οποίων είχον έγκατασταθή φυλάκια ανδρών Χωροφυλακής. Μέ την συνήθη μέθοδον των κομμουνιστών, ή οποία κατά τάς ημέρας εκείνας εφηρμόζετο εις όλα τα σημεία της ανταρσίας άνά την πρωτεύουσαν, ενώ διεξήγετο εκ παρατάξεως αγών, προς παραβίασιν της κεντρικής πύλης εισόδου, άλλα στίφη ελασιτών εισέδυον παντοιοτρόπως εις συνεχόμενός οικίας και εκείθεν, είτε από των εξωστών και των ταρατσών, οπόθεν έξεσφενδονίζοντο χειροβομβίδες, είτε δι’ ανατινάξεως τοιχωμάτων με δέσμας δυναμίτιδος, μέσω διανοιγομένων οπών, προσεπάθουν να φθάσουν μέχρι των φυλακίων. Ούτως, οι ύπερασπίζοντες ταύτα ολίγοι άνδρες της Χωροφυλακής έμάχοντο ως λέοντες, υποχρεωμένοι να διεξάγουν πολυμέτωπον αγώνα, βάλλοντες προς τάς οδούς και τάς ταράτσας σχεδόν ακάλυπτοι, συγχρόνως δε άποκρούοντες εισορμήσεις από τάς όπάς και τάς εσωτερικάς κλίμακας.
Άλλ’ ο κύριος όγκος των ελασιτών έστράφη προς το 7ον φυλάκιον, το οποίον ϊστατο ως κάρφος των οφθαλμών των, διότι έθέριζε τούς έξορμώντας από των οδών Χατζηχρήστου και Μακρυγιάννη και παρεκώλυε την προσέγγισίν των προς τα πλέον εύπαθή σημεία του περιβόλου.
Έφαίνετο δε και το πλέον εύάλωτον, διότι ήτο άπομεμονωμένον και δεν ήδύνατο να λάβη ενισχύσεις. Ή πολυκατοικία του φυλακίου περισφίγγεται πανταχόθεν, άλλ’ αι κατά συνεχή κύματα λυσσώδεις έπιθέσεις άποκρούονται με πολλάς άπωλείας διά τον εχθρόν. Οι ύπερασπισταί, παρά το όλιγάριθμόν των, άναγκάζονται να κατανεμηθοϋν εις τάς ταράτσας, τούς έξώστας και την έσωτερικήν κλίμακα, διά να αποκρούουν τάς πανταχόθεν θυελλώδεις προσβολάς και έφορμήσεις. Ώς εκ θαύματος, οι δεκαοκτώ (αξιωματικοί και οπλίται) γενναίοι κρατούν τάς θέσεις των έπί τρεις ώρας, βαλλόμενοι πανταχόθεν με αύτόματα, όλμους και χειροβομβίδας και μαχόμενοι εκ του συστάδην εναντίον εικοσαπλασίου άριθμού έπιτιθεμένων. Είχε σπεύσει παρά το πλευρόν των αυθορμήτως και ο ένοικος της πολυκατοικίας ταγματάρχης του Πεζικού Θ. Ντούνης, άναλαβών μετά δύο οπλιτών την άμυναν του α’ ορόφου.
Άλλ’ όσον παρήρχοντο αί ώραι, καθίστατο προφανές ότι ο άγών δεν ήτο δυνατόν να κρατήση έπί πολύ άκόμη. Δύο οπλίται, τραυματισθέντες σοβαρώς, έτέθησαν εκ τος μάχης. Τα πυρομαχικά εξηντλούντο και πολλά όπλα ηχρηστεύοντο εκ της συνεχούς χρήσεως. Ό μοίραρχος Παπακώστας, διά σημάτων προς το άπέναντι εσωτερικόν φυλάκιον, έζήτησεν απεγνωσμένως την άποστολήν βοηθειών, συγχρόνως δε την έξοδον του άρματος μάχης προς χαλάρωσιν της πιέσεως του έχθροΰ. Απόπειρα αποστολής ένισχύσεων εις άνδρας και πυρομαχικά άπέτυχε, διότι πυκνόν και καταιγιστικόν πυρ έσάρωνε τάς ενδιαμέσους όδούς Μακρυγιάννη και Χατζηχρήστου, αποκλείον οίανδήποτε προσέγγισίν. Άπέμενε το άρμα μάχης. Κατά δυστυχίαν, τούτο είχεν έπισημανθή υπό του εχθρού, την τελευταίαν δε στιγμήν μία βόμβα είχεν επιφέρει βλάβας, αί όποΐαι θα ήδόναντο να επιδιορθωθούν μόνον κατά την νύκτα.
Ούτως, οι υπερασπισταί του 7ου φυλακίου παρέμενον εις συνέχισιν ένός έπικού, άλλ’ άπέλπιδος άγώνος, με μόνας τάς ίδιας των δυνάμεις, αί οποίαι, από στιγμής εις στιγμήν, εξηντλούντο. Την 10ην πρωινήν έτραυματίσθησαν ο ταγματάρχης Ντούνης και ο μοίραρχος Παπακώστας, ενώ έμάχοντο απεγνωσμένως εις την πρώτην γραμμήν. Ό ανθυπασπιστής Βισβίκης, πηδών από τάς ταράτσας και τάς έσωτερικάς αύλάς εις συνεχομένας πολυκατοικίας, εις μάτην προσεπάθησε να έπιτύχη επικοινωνίαν μετά του Συντάγματος προς άποστολήν βοηθειών, ενώ ήρνήθη να κρυβή εις τάς πολυκατοικίας αύτάς, όπου του προσεφέρετο καταφύγιον και επέστρεψεν εις το φυλάκιον του, μολονότι εγνώριζεν ότι έπιστρέφει εις βέβαιον θάνατον.
Ηδη, ή ταράτσα του 7ου φυλακίου έβάλλετο πανταχόθεν και ο μοίραρχος Παπακώστας, αν και τραυματισμένος, έξηκολούθει να μάχεται, διέταξε δε τούς διασωθέντας να κατέλθουν εις τον β’ όροφον, όπόθεν θα συνέχιζον τον αγώνα από των παραθύρων, των εξωστών και των έσωτερικών κλιμάκων. Εις χωροφύλαξ παραμείνας έπί της ταράτσας διά να καλύψη την κάθοδον των άλλων, κατεπλακώθη από σωρόν ερειπίων. “Ηδη περιεσφίγγοντο πανταχόθεν και ουδεμία ύπήρχεν ελπίς σωτηρίας. Τα πυρομαχικά είχον έξαντληθή σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν. Ή ίδέα μιας απεγνωσμένης διανοίξεως με την ξιφολόγχην εξόδου, διά να φθάσουν οι σωζόμενοι εις την εγγύτερον αυτών νοτίαν πύλην του Συντάγματος από της όδοΰ Μακρυγιάννη, άπεδείχθη απραγματοποίητος, διότι ο προ της έξόδου εκ της πολυκατοικίας χώρος (γωνίας Μακρυγιάννη Χατζηχρήστου), είχε κατακλυσθή από στίφη ελασιτών προσπαθούντων να παραβιάσουν την κεντρικήν θύραν. Οι έλάχιστοι άπομένοντες εις το έσωτερικόν μαχηταί έρριπτον τα τελευταία φυσίγγιά των κατά των εφορμούντων, ο δε φόνος ενός εξ αυτών ηΰξησε την λύσσαν των άλλων.
Περί την μεσημβρίαν, διά χειροβομβίδων και δυναμίτιδος παρεβιάσθη ή έπί της όδού Χατζηχρήστου κεντρική θύρα και τα άλαλάζοντα στίφη των ελασιτών είσώρμησαν προς το έσωτερικόν. Παρά την κλίμακα διεξήχθη τότε δραματική πάλη σώματος προς σώμα, ανάλογος εκ είνης των τελευταίων Θερμοπυλομάχων. Οι άπομένοντες μαχηταί του φυλακίου κατά το πλείστον τραυματισμένοι και αίμόφυρτοι, διεξήγον κρατεράν επιθανάτιον πάλην, κτυπώντες με τάς ξιφολόγχας, τάς χείρας και τούς πόδας. ’Αλλά κατά τάς, άληθώς έπικού μεγαλείου, στιγμάς εκείνας, άλλα στίφη ελασιτών, παραβιάσαντα διά του ίδιου τρόπου την έπί της οδού Μακρυγιάννη μικράν θύραν του ύπογείου, άνήλθον διά της κλίμακος της υπηρεσίας εις τον δεύτερον όροφον και κατερχόμενοι εκείθεν διά της κυρίας κλίμακος κατέλαβον τα νώτα των τελευταίων υπερασπιστών, οι όποιοι ούτως υπέκυψαν και απήχθησαν αιχμάλωτοι. Διέφυγον τον θάνατον ή την αιχμαλωσίαν πέντε οπλίται. Έκ τούτων, οι τρεις έπήδησαν τον έσωτερικόν μανδρότοιχον της πολυκατοικίας και εκρύβησαν εις παρακειμένην οικίαν. Εις διέφυγεν, ενώ ωδηγείτο προς εκτέλεσιν, και αφαιρέσας την στολήν του, διά να μη άναγνωρίζεται, διεσώθη καταφυγών εις το νοσοκομείον Ευαγγελισμός. Ο τελευταίος είχε καταχωσθή από τα συντρίμματα της ταράτσας, και άνευρεθείς ζών την έπομένην ώδηγείτο ήμιθανής προς εκτέλεσιν, άλλά διεσώθη καθ’ όδόν υπό άγγλικής περιπόλου.
Δραματική ύπήρξεν ή τύχη τών αιχμαλωτισθέντων. Ό ταγματάρχης Ντούνης και ο μοίραρχος Παπακώστας, φέροντες άμφότεροι βαρύτατα τραύματα, ο ανθυπασπιστής Βισβίκης, ο ενωμοτάρχης Ζαμπός και δύο χωροφύλακες, βουτηγμένοι εις το αίμα των πληγών των, ώδηγήθησαν εις γειτονικήν οίκίαν, εις την οποίαν εϊχεν έγκατασταθή ή πολιτοφυλακή των ελασιτών. Έκεί υπεβλήθησαν εις μετά βασανιστηρίων και παντοίων εξευτελισμών ανάκρισιν. Σιδηροδέσμιοι ώδηγούντο από οικίας εις οίκίαν προς νέας άνακρίσεις. Αι αιμορροούσαι πληγαί των έπεδέθησαν ούχί προς θεραπείαν, άλλά διά να μη άποθάνουν πριν εκτελεσθούν όλα τα προγραμματισμένα μαρτύριά των. Περιαγόμενοι άνά τάς όδούς εκτυπώντο δι’ υποκοπάνων και μαστιγίων, εκκεντώντο διά μαχαιριδίων υπό κακούργων ελασιτών, εραπίζοντο και επτύοντο υπό αφηνιασμένου αλαλάζοντος όχλου. Άφηρέθησαν από όλους αί στολαί και τα υποδήματα, ήμίγυμνοι δε και άνυπόδητοι, καταπληγωμένοι και τρέμοντες εκ του δριμυτάτου ψύχους, ώδηγήθησαν εις ελασίτικην φυλακήν, όπου, υπό ειδικευμένων εις τοιαύτης φύσεως φρικώδη κακουργήματα δημίων, υπέστησαν όλόκληρον νύκτα άνατριχιαστικά μαρτύρια, τα όποια ο σεβασμός προς τούς άναγνώστας του παρόντος έργου δεν επιτρέπει νά αναγραφούν έπί του χάρτου. Τελικώς, ώδηγήθησαν εις μακρινάς χαράδρας, όπου αφού έξωρύχθησαν οι οφθαλμοί και άπεκόπησαν τα ώτα, αί ρίνες και αί γλώσσαί των, οι τραγικοί αύτοί έθνομάρτυρες έξετελέσθησαν, τα δε σώματά των έγκατελείφθησαν βορά των όρνέων. Έπρόκειτο πράγματι περί ήρώων και μαρτύρων, άξιων της ‘Ιστορίας του Ελληνικού έθνους.
Άναμφισβητήτως ή διοίκησις του Συντάγματος Μακρυγιάννη και εκείνη της αμύνης εγνώριζον καλώς εκ των προτέρων την θανάσιμον θέσιν του άπομεμονωμενου τούτου φυλακίου, του οποίου οι άνδρες άπεδέχθησαν την διαταγήν μεταβάσεως με μόνην την συναίσθησιν της έπιτελέσεως του καθήκοντος. Είχον επίσης έπίγνωσιν της στρατηγικής σημασίας διατηρήσεως του φυλακίου τούτου, διά την άμυναν του Συντάγματος. Και υπήρξεν δκώς σοβαρόν, άλλά και οδυνηρόν ατύχημα, το γεγονός ότι ή, κατά τάς ιδίας εκείνας ώρας της κρίσιμου πάλης των πανταχόθεν προσβαλλομένων σφοδρώς δυνάμεων του Συντάγματος, απρόβλεπτος αχρήστευσις του τεθωρακισμένου άρματος, (επί του οποίου κυρίως είχε στηριχθή ή διατήρησις των εξωτερικών φυλακίων), ίσως και ή διαφαινομένη εις τάς εκθέσεις και μαρτυρίας γενική σύγχυσις και άγωνία των στιγμών εκείνων, εις ένα κρατερόν αγώνα ζωής ή θανάτου, δεν έπέτρεψαν να σταλούν βοήθειαι, άν όχι διά να κρατηθή το φυλάκιον, τούλάχιστον διά να έπανέλθουν εις το Σύνταγμα και να διασωθοΰν εκ του μαρτυρικού θανάτου οι γενναίοι εκείνοι άνδρες.
Η ΑΠΟΚΡΟΥΣΙΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΠΙΘΕΣΕΩΣ
Μετά την κατάληψιν του 7ου φυλακίου, οι ελασίται έστρεψαν το βάρος των δυνάμεων των κατά του περιβόλου, έναντίον του όποιου έπετίθεντο λυσσωδώς από όλων των πλευρών. Κατά τάς άπογευματινάς ώρας κατέφθασαν εκ Καισαριανής νέαι ένισχύσεις των, ούτως ώστε το σύνολον των επιτιθεμένων δυνάμεών των έφθασε τάς εξ χιλιάδας, χωρίς να ύπολογισθή μία άμορφος μάζα γυναικοπαιδών, εκ των πέριξ συνοικιών, ή όποια τούς εφωδίαζε με τρόφιμα, νερό και υγειονομικόν όλικόν. Έξαλλοι έλασίτιδες, εκ βάλλουσαι συνταρακτικός κραυγάς, τούς έξώθουν εις αγώνα μέχρι θανάτου, έν φ άλλαι μετέφερον τραυματίας και έπέδενον τάς πληγάς των. Μικρά παιδία έχρησιμοποιοΰντο ως άγγελιαφόροι, άλλα και κατάσκοποι, διολισθαίνοντα εις τάς παρόδους και μέχρι του περιβόλου, προς παρακολούθησιν των κινήσεων και περισυλλογήν πληροφοριών.
Πρό πάσης γενικής επιθέσεως προηγείτο σφοδρός κανονιοβολισμός και πολυβολισμός. Ενώ τα ορειβατικά πυροβόλα εξετόξευον μετά εκκωφαντικών μυκηθμών βόμβας, σπείροντα τον θάνατον και προκαλούντα καταστροφάς εις τα κτίρια του Συντάγματος, όλμοι, μυδράλλια και αυτόματα, τοποθετημένα εις τάς ταράτσας και τούς έξώστας των γύρωθεν οικιών, έδημιούργουν άληθή κόλασιν πυρός. ‘Ως διεπιστώθη βραδύτερον, τα πυροβόλα και πολλοί όλμοι και μυδραλλιοβόλα παρείχαν εικόνα πραγματικής κολάσεως. Άλλ’ οι ύπερασπισταί παρέμενον άκλόνητοι εις τάς θέσεις των, άποκρούοντες όλας τάς έπιθέσεις και άπομακρύνοντες τούς εφορμώντας διά καταιγιστικού πυρός.
Συγχρόνως, οι ελασίται έστράφησαν μετά λύσσης προς κατάληψιν των λοιπών εξωτερικών φυλακίων, τα όποια έπροξένουν εις αύτούς μεγάλην φθοράν και άνεκ οπτον τάς έπιθέσεις των κατά του περιβόλου.
Ιδίως τα συμπτυχθέντα εις εν φυλάκια 5ον και 6ον, της προς την όδόν Μητσαίων πλευράς μάλλον της όδοΰ Χατζηχρήστου, απετέλεσαν τον νέον στόχον της έλασι΄]τικής μανίας. ’Αλλά προηγουμένως, μία τυχαία σύμπτωσις εκ αμε να περιέλθη εις χεϊράς των, μετά τραγικών συνεπειών, το έπί της όδοΰ Διονυσίου ’Αρεοπαγίτου 2ον ύποφυλάκιον, εις το όποιον είχεν έγκατασταθή ο ένωμοτάρχης Νάσκος μετά 4 χωροφυλάκων, διά να προστατεύη εκ των πλαγίων το φυλάκιον 3. Τα φυλάκια και ύποφυλάκια της πλευράς αυτής δεν έφαίνοντο να διατρέχουν άμεσον κίνδυνον, διότι αί οίκίαι εις τάς οποίας ήσαν έγκατεστημένα συνείχοντο μετά του βορείου περιβόλου και από των κλιμάκων και τοίχων της όπισθίας πλευράς οι ύπερασπισταί των ήδύναντο να επικοινωνήσουν μετά του έσωτερικοΰ διά να λάβουν ένισχύσεις, έν ανάγκη δε να διαφύγουν. ’Αλλά, εις την οικίαν εις την όποιαν είχεν έγκατασταθή το ύποφυλάκιον 2, κατφκει και εις κομμουνιστής, ο όποιος, έξελθών, απαρατήρητος, συνεννοήθη μετά των ελασιτών και από μικράς θύρας υπηρεσίας είσήγαγε κρυφίως πολλούς ένόπλους, φθάσαντας μέχρι της ταράτσας χωρίς να γίνουν άντιληπτοί. Ό ένωμοτάρχης Νάσκος και οι 4 χωροφύλακες, αίφνιδιασθέντες ήμύνθησαν, άλλ’ έσφαγιάσθησαν έπί τόπου.
Μέχρι της 4ης απογευματινής, τα συμπτυχθέντα εις έν φυλάκια 5ον και 6ον, εις οικίαν της όδοΰ Χατζηχρήστου, ήμύνοντο κρατερώς. Άλλ’ οι έλασΐται κατώρθωσαν να καταλάβουν συνεχομένας οικίας, αί ταράτσαι των όποιων ήσαν ΰψηλότεραι και έδιδον εις αυτούς την εύχέρειαν να εκσφενδονίζουν χειροβομβίδας. οι ύπερασπισταί ήναγκάσθησαν να έγκαταλείψουν την ταράτσαν και να όχυρωθούν εις τον άνω όροφον, βάλλοντες από των παραθύρων. ’Αλλά και εκεί έβάλλοντο διά χειροβομβίδων και καταιγιστικοΰ πυρός πολυβόλων. Ό ανθυπομοίραρχος Ψαρρός, ο ανθυπασπιστής Παπασπυρόπουλος και πέντε χωροφύλακες έφονεύθησαν, έν φ πολλοί άλλοι εΐχον τραυματισθή. Ό διοικητής του φυλακίου μοίραρχος Κοντάκος χειρίζεται ο ίδιος το πολυβόλο, απωθών και θερίζων τούς έπιτιθεμένους. ’Αλλά παραπλεύρως του ο μαχόμενος με ηρωισμόν ένωμοτάρχης Παπαδάκης τραυματίζεται βαρύτατα και αιμορραγεί. Ό Κοντάκος, αισθανόμενος το καθήκον να σώση τον ηρωικόν του σύντροφον, τον φορτώνεται έπί των ώμων του, τον καταβιβάζει εις το ισόγειον και τον παραδίδει εις παρακείμενον φούρνον όπου είχον άποκλεισθή δύο Άγγλοι, οι όποιοι έπέδεσαν τάς πληγάς του. Άλλ’ όταν κατελήφθη ή οικία από τούς έλασίτας ο ήμιθανής ένωμοτάρχης άνηρπάγη και έξετελέσθη.
Ό μοίραρχος Κοντάκος, μετά των ολίγων έπιζώντων χωροφυλάκων, άντελήφθη ότι δεν ύπήρχε πλέον καμμία έλπίς να κρατήσουν το φυλάκιον 5-6 και έντός όλίγου θα συνελαμβάνοντο ζώντες, διά να υποβληθούν εις τα συνήθη βασανιστήρια πριν θανατωθούν. Μετά των συντρόφων και υπό χάλαζαν σφαιρών έπήδησαν εις τάς χαμηλοτέρας ταράτσας, ένδιαμέσων προς τον περίβολον κατοικιών και, εκεΐθεν, κατώρθωσαν να ριφθοϋν εις το έσωτερικόν.
Το μικρόν έξωτερικόν φυλάκιον άρ. 4, εις το μέσον της όδοϋ Μητσαίων, συνεχόμενον και τοϋτο μετά του περιβόλου, ύπερησπίζετο γενναίος από τον άνθυπασπιστήν Χατζάκην και 4 χωροφύλακας. ’Αλλά, και πάλιν διά προδοσίας, έλασϊται εισέρχονται άπαρατή ρητοί και φονεύουν τούς δύο φρουρούντας χωροφύλακας. Ό ανθυπασπιστής Χατζάκης, καθ’ όν χρόνον τα στίφη των ελασιτών άνήρχοντο μετ’ άλαλαγμών τάς κλίμακας, παραλαβών τούς δύο έπιζώντας υπό βροχήν πολυβολισμών, ήδυνήθη να ρκρθή εις το εσωτερικόν του περιβόλου, έν φ οι δύο χωροφύλακες έφονεύθησαν.
Οϋτω, περί την 5ην απογευματινήν ώραν είχον καταληφθή από τούς έλασίτας τα 4ον, 5ον, 6ον και 7ον φυλάκια των όδών Μητσαίων, Χατζηχρήστου και Μακρυγιάννη και το 2ον φυλάκιον της. όδοΰ Διονυσίου ’Αρεοπαγίτου.
Δέν απέμενον πλέον εί μή τα Ιον, 2ον και 3ον φυλάκια της βορείου πλευράς. ’Ιδιαιτέραν σημασίαν είχε το 3ον φυλάκιον, το όποιον έδέσποζε των παρόδων και των πέριξ κατεχομένων υπό ελασιτών οικιών. Όλμοι και μυδράλλια των ελασιτών έβαλλον άνηλεώς προς έξουδετέρωσίν του. Ό διοικητής τούτου μοίραρχος Μαλτέζος και ο αριστος πυροβολητής ανθυπασπιστής Σακελλάρης, χειριζόμενοι έπιτυχώς εν πολυβόλον Μπρέντα, απέκρουον τάς επιθέσεις των και επέφερον μεγάλην φθοράν.
Έν τάγμα ελασιτών κατελθόν από τον λόφον Φιλοπάππου, με κατεύθυνσιν προς το θέατρον Ήρώδου ’Αττικού και με σκοπόν να συντονίση έπιθεσιν από βορείου πλευράς μετά των από Πλάκας όδευόντων, βληθέν καταιγιστικώς από το πολυβόλον του 3ου φυλακίου, διεσκορπίσθη με πολλάς άπωλείας. ‘Από του αυτού επίσης φυλακίου έβλήθησαν και έξωντώθησαν οι έγκατασταθέντες εις την έρημωμένην πολυκατοικίαν Τουλούπα, όπου εύρίσκετο το καταληφθέν φυλάκιον 7.
’Αλλά χειροτέραν ακόμη συμφοράν υπέστησαν περί τούς 50 έλασϊται, οι όποιοι, άνελθόντες εις την ταράτσαν του καταληφθέντος 5ου φυλακίου της όδοϋ Μητσαίων και ενδεδυμένοι με στολάς εκτελεσθέντων και σκυλευθέντων χωροφυλάκων, διά να παραπλανήσουν τούς αγρυπνούντας εις τα έσωτερικά φυλάκια, μετέφερον μεγάλας ποσότητας βενζίνης εις δοχεία και φιάλας, διά να τα εκσφενδονίσουν επί των συνεχομένων στεγών των έντός του περιβόλου του Συντάγματος οικημάτων. Έν αρχή ύπετέθη ότι το φυλάκιον 5 είχεν άνακαταληφθή υπό άλλων δυνάμεων των έξωτερικών φυλακίων. ’Αλλά τοιαϋται δεν ύπήρχον έπί της ταράτσας.
Ταχέως το έναντι εσωτερικόν φυλάκιον κατενόησεν ότι έπρόκειτο περί τεχνάσματος και ότι οι φέροντες τάς στολάς χωροφυλάκων ήσαν έλασϊται, έτοιμοι να ρίψουν εκρηκτικάς και φλογοφόρους ϋλας. Η Διοίκησις άμύνης είδοποιήθη έπειγόντως και άπεφασίσθη όπως άντί πάσης θυσίας έξοντωθοϋν οι έπί της ταράτσας του 5ου φυλακίου έγκατασταθέντες έλασϊται, δήθεν χωροφύλακες, διότι άλλως ήπειλεΐτο καταστροφή. Τούτο δεν ήδύνατο να έπιτευχθή είμή διά των άντιαρματικών πυροβόλων, τα όποϊα δμως ήσαν τοποθετημένα εις άλλην πλευράν του περιβόλου του Συντάγματος, ή δε μεταφορά των έφαίνετο αδύνατος, διότι ο ενδιάμεσος χώρος ήτο άκάλυπτος και έβάλλετο διά καταιγιστικού πυρός. Έπρεπεν, άντί πάσης θυσίας, να μεταφερθή τούλάχιστον το 8ον πυροβόλον εις την νοτιοδυτικήν γωνίαν του Διοικητηρίου. Εκείνοι οι όποιοι θα άνελάμβανον να σύρουν το πυροβόλον διά μέσου του άκαλύπτου και διαρκώς βαλλομένου τούτου χώρου, έλαχίστας είχον έλπίδας σωτηρίας, διότι θα έδέχοντο χάλαζαν σφαιρών. Έν τούτοις, έπρόκειτο περί της σωτηρίας του Συντάγματος και ή μεταφορά έπρεπε να γίνη αμέσως, έστω και άν έπρόκειτο να στοιχίση την ζωήν πολλών ανδρών. Ό διοικητής συνταγματάρχης Σαμουήλ, εις την περιγραφήν του δραματικού τούτου γεγονότος, όνομάζει ως άναλαβόντας την ήρωϊκήν ταύτην άποστολήν τον ένωμοτάρχην Χρ. Ρετσίνάν και τούς ύπενωμοτάρχας Ί. Λαμπρόπουλον και Δ. Στρατιδάκην.
Ενώ ο ύπολοχαγός του πυροβολικού Σβαρνιάς, χρησιμοποιών όλα τα αύτόματα όπλα προς την αυτήν κατεύθυνσιν, δημιουργεί φράγμα πυρός, ενώ ο ενωμοτάρχης Ρετσίνας, μετά των δύο ύπενωμοταρχών, σύρουν άπεγνωσμένως με όλας των τάς δυνάμεις το πυροβόλον και έπιτυγχάνουν να φθάσουν με αύτό σώοι και αβλαβείς εις το προκαθωρισμένον σημεΐον. οι αξιωματικοί πυροβοληταΐ άρχίζουν να εκ τοξεύουν βλήματα κατά της ταράτσας του φυλακίου της όδοϋ Μητσαίων, όπου ϊσταντο οι 50 έλασϊται με τάς στολάς χωροφύλακας, βέβαιοι ότι είχεν έπιτύχει ή άπάτη των. Συγχρόνως, δοθέντος συνθήματος, ήρχισε να βάλλη κατ’ αυτών και το πολυβόλον του 3ου φυλακίου.
Τα πυρά του αντιαρματικού και του πολυβόλου προεκάλεσαν ανάφλεξιν των φιαλών βενζίνης και του δοχείου με τάς ευφλέκτους ύλας, προκαλέσαντα ούρανομήκεις φλόγας. Πάντες σχεδόν οι έπί της ταράτσας, μετημφιεσμένοι εις χωροφύλακας ελασίται, οι όποιοι έφαντάζοντο ότι εκείθεν θα παρέδιδον εις τάς φλόγας το Σύνταγμα Μακρυγιάννη, εκάησαν ζώντες, το θέαμα ήτο φρικώδους φαντασμαγορίας, προεκάλεσε δε την κατάπληξιν τόσον των εγκλείστων και πολιορκουμένων όσον και εις τα στίφη των ελασιτών. Άλλ’ ενώ εις τούς ανδρας του Συντάγματος ετόνωσε το ήθικόν και ενίσχυσε την βεβαιότητα της νίκης, εις τούς έλασίτας προεκάλεσεν αίσθήματα τρόμου και αποθαρρύνσεως, έκτοτε δε δεν άπετόλμησαν να χρησιμοποιήσουν το καταληφθέν αυτό φυλάκιον.
Σπουδαίον στήριγμα διά την άμυναν του Συντάγματος άπετέλει το 3ον φυλάκιον, το όποιον υπό τον μοίραρχον Μαλτέζον έβαλλεν άδιακόπως, θερίζον τούς από των όδών Μητσαίων και Διονυσίου Αρεοπαγίτου Επιτιθεμένους. ’Αλλά κατά τάς απογευματινός ώρας είχον σχεδόν καθ’ολοκληρίαν έξαντληθή τα πυρομαχικά του, εις περίπτωσιν δε καθ’ ήν δεν θα άνεφωδιάζετο αμέσως, θα έπρεπε να έγκαταλειφθή ελλείψει μέσων συνεχίσεως του άγώνος. Τούτο θα άπετέλει σοβαρόν και λίαν επικίνδυνον ατύχημα, δυνάμενον να έπηρεάση την μετέπειτα πορείαν του άγώνος, διότι το φυλάκιον τοϋτο συνείχετο μετά του βορείου περιβόλου του Συντάγματος. ’Εάν κατελαμβάνετο υπό των ελασιτών, εκτός του ότι από τούτου θα έβάλλετο δεινώς το εσωτερικόν, τα έλασιτικά στίφη θα προσήγγιζον έλευθέρως από των όδών Διονυσίου ’Αρεοπαγίτου και Μητσαίων, διά να ανατινάξουν τον μανδρότοιχον με δυναμίτιδα. Έπρεπεν, άντί πάσης θυσίας, να σταλούν εφόδια. Το γενναίον τούτο έργον άνέλαβεν ο κουρεύς του Συντάγματος Κουσουρής μετά του έθελοντοϋ ιδιώτου Παπαδοπούλου, οι όποιοι, φορτωθέντες με ταινίας όπλοπολυβόλου και φυσίγγια, έν τω μέσοι γενικές άγωνίας, ήδυνήθησαν παρά τα πυκνά πυρά των ελασιτώ, να άνέλθουν την όπισθίαν, προς το Σύνταγμα ανεμόσκαλαν ύπηρεσίας και να προσκομίσουν τα έφόδια. Οϋτω το φυλάκιον αύτό παρέμεινε μέχρι τέλους το άκατάλυτον πρόφραγμα κατά της είσβολής των Ελασιτών και ή ακλόνητος σκοπιά άμύνης.
ΝΥΚΤΕΡΙΝΑΙ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙ ΑΜΥΝΗΣ
Οι έλασίται συνέχισαν τούς κανονιοβολισμούς μέχρι της νυκτός. Αί Εγκαταστάσεις ηλεκτρικού είχον καταστροφή και προς φωτισμόν έχρησιμοποιοΰντρ αί ύπάρχουσαι δεκα λυχνίαι θυέλλης και πρόχειρα λυχνάρια Εκ κυτίων κονσερβών. Κατεστράφησαν Επίσης αί γραμμαΐ του τηλεφωνικού δικτύου του Συντάγματος και ή Επικοινωνία μετά της Στρατιωτικής Διοικήσεως Εγίνετο διά του τηλεφώνου συνεχόμενης οικίας, εις την όποιαν εΐχεν έγκατασταθή το Ιον φυλάκιον. Ό ανθυπομοίραρχος Τσιτούρης Εγκατεστάθη Επί τοϋτο εις το φυλάκιον αυτό, λαμβάνων και μεταδίδων τηλεφωνήματα, ώστε να μη διακοπή ή επικοινωνία του Συντάγματος μετά της Στρατιωτικής Διοικήσεως. Σοβαρωτέρα ήτο ή διακοπή του ΰδατος, διότι οι κομμουνισταί είχον επιτύχει να καταστρέψουν το ύδρευτικόν δίκτυον.
Οι ύπερασπισταί ήσαν ύποχρεωμένοι να καταπραύνουν την δίψαν των, έν τω μέσω των φλογών, με Ελαχίστας ποσότητας Εκ βυτίων Εναποθηκευμένου ΰδατος. Ή τροφή των ήτο Ελάχιστη, εις την αρχήν δύο, κατόπιν 5 εως 6 γαλετάκια συνόλου 50 δραμίων. Κατά την πρώτην και εις τινας έν συνεχεία ήμέρας παρέμειναν καθ’ όλοκληρίαν νήστεις.
Μέγα πρόβλημα ήτο, επίσης, ή μεταφορά των νεκρών και ή διακομιδή των τραυματιών. Δεδομένου ότι έβάλλοντο σφοδρώς και καταιγιστικώς όλαι αί πέριξ του Συντάγματος όδοί, ή μεταφορά ήτο σχεδόν άδύνατος, άλλως τε ελειπον τα μεταφορικά μέσα. Έζητήθη από τηλεφώνου Επειγόντως από την Στρατιωτικήν Διοίκησιν να άποστείλη φορτηγά αύτοκίνητα προστατευόμενα υπό τεθωρακ,σμένων, τα όποια όμως δεν κατέστη δυνατόν να σταλοϋν κατά την πρώτην νύκτα. Ούτως, οι νεκροί παρέμενον άταφοι, τοϋτο δε άπετέλει σοβαρόν κίνδυνον μολύνσεως πάντων. Μόλις τάς έσπερινάς ώρας της 7ης Δεκεμβρίου, ότε είχε χαλαρωθή κάπως ο αγών, Εστάλη αΰτοκίνητον το όποιον μετέφερε τούς νεκρούς προς ταφήν εις τον Εθνικόν Κήπον, τούς δε τραυματίας διεκόμισεν εις νοσοκομεία.
Κατά τάς έσπερινάς ώρας της 6ης Δεκεμβρίου, ο 3ος όροφος του κεντρικού κτιρίου είχε καταστροφή εκ των βομβών και των καταρρεόντων τοιχωμάτων, συνεπεία εκ σφενδονίσεως φιαλών βενζίνης, δεσμών δυναμίτιδος και Εκρηκτικών βλημάτων. Διό και διετάχθη ή εκκένωσίς του. Άλλ’ εις την ταράτσαν, μολονότι αΰτη έβάλλετο πανταχόθεν, επειδή ήτο το μόνον παρατηρητήριον, διετάχθη να παραμείνουν παρατηρηταί, προς κάλυψιν δε μετεφέρθησαν Εκεί όλα τα διαθέσιμα έπιπλα του Διοικητηρίου.
Πολλοί άνδρες είχον φονευθή ή τραυματισθή, διότι ή Επικοινωνία του Διοικητηρίου μετά των παραρτημάτων και των Εσωτερικών φυλακίων Εγίνετο δι’ ακαλύπτων χώρων. Διά την άποσόβησιν μεγαλυτέρων απωλειών, μόλις ένύκτωσε, ήρχισεν ή εκτέλεσις ώρισμένων έργων προς έξασφάλισιν της Επικοινωνίας των φυλακίων δευτέρας ζώνης άμύνης και παραρτημάτων. Έκ της ανατολικής θύρας του υπογείου διαμερίσματος, μέχρι του φυλακίου της κυρίας εισόδου, διηνοίχθη χαράκωμα μήκους 10 μέτρων και, άκολούθως, έγένετο διάτρησις των τοίχων των συνεχομένων θαλάμων, εις τρόπον ώστε έπετεύχθη κεκαλυμμένη Επικοινωνία από του Διοικητηρίου μέχρι του άκραίου φυλακίου της νοτιάς πύλης. Βαθμηδόν, έγένετο το αύτό και προς φυλάκια άλλων πλευρών.
Τέλος, Επειδή, λόγω άνεπαρκείας χρόνου, πολλά παράθυρα είχον μείνει ακάλυπτα, εκ αλύφθησαν και αύτά με σάκκους χώματος, άφοϋ άφέθησαν όπαί-πολεμίστρα!.
Μόλις ένύκτωσε, το συνεργείο έπεδόθη εις την επισκευήν του άρματος μάχης. Συγχρόνως, το εις τον διάδρομον του ισογείου, με επικεφαλής τον λοχίαν όπλοδιορθωτήν Στ. Όρφανουδάκην, συνεργείον, το όποιον καθ’ όλην την διάρκειαν του άγώνος της ημέρας έπεσκεύαζε προχείρως τα άχρηστευόμενα όπλα και τα έπέστρεφεν εις τούς μαχητάς, καθ’ όλην την νύκτα ειργάζετο διά να επιδιορθώνη σοβαράς βλάβας μηχανισμού των. Μέσω των συνεχομένων φυλακίων, τα οποία πάλιν μέσω πρακτόρων διεσκορπισμένων εις γειτονικάς κατοικίας και κυκλοφορούντων προς περισυλλογήν πληροφοριών, το έπιτελεΐον της άμύνης του Συντάγματος ήτο πλήρως ένημερωμένον διά τάς κινήσεις των έλασιτικών δυνάμεων. Πολλάς εκ των πληροφοριών αυτών, αί όποϊαι είχον γενικώτερον χαρακτήρα, τάς διεβίβαζε διά του τηλεφώνου εις την Στρατιωτικήν Διοίκησιν και εκ εϊθεν μετεδίδοντο εις το Συμμαχικόν Στρατηγεΐον. Ό διοικητής Σαμουήλ εις εκθεσίν του αναφέρει ότι ή Κυρία Α.Μ., διαμένουσα εις γειτονικήν οικίαν, προσέφερεν άνεκτιμήτους υπηρεσίας εις τον άγώνα του Συντάγματος, όργανώσασα αύθορμήτως και έθελοντικώς δίκτυον πληροφοριών, διά τάς κινήσεις και τάς θέσεις τοδ έχθροϋ, τάς όποιας κατώρθωνε να διαβιβάζη εις έξωτερικά και εσωτερικά φυλάκια προς ένημέρωσιν της διοικήσεως άμύνης.
Οι έλασΐται συνέχισαν τάς λυσσώδεις έπιθέσεις των μέχρι των νυκτερινών ωρών. Ενώ τα πυροβόλα των έβαλλον αδιακόπως από του Άρδηττοΰ και του Φιλοπάππου, βαρείς δε και έλαφροί όλμοι των, στημένοι εις ταράτσας και έξώστας πολυκατοικιών, έξετόξευον βλήματα κατά των φυλακίων και των οικημάτων του Συντάγματος, αυτοί εξώρμων προς τον περίβολον και τάς εισόδους με αυτόματα, χειροβομβίδας, δέσμας δυναμίτιδος και φιάλας ευφλέκτων ύλών, εκσφενδονιζομένων εις το έσωτερικόν.
Προς τάς έσπερινάς ώρας ή κυρία προσπάθειά των στρέφεται κατά της ΝΑ πλευράς του περιβόλου των Στρατώνων. Έφορμοΰν κατά άλληλοδιάδοχα κύματα, με δυναμίτιδα και χειροβομβίδας, διά να προξενήσουν ρήγματα είσελάσεως, ενώ από τάς καταληφθείσας παρακειμένας οικίας ρίπτονται χειροβομβίδες και φιάλαι βενζίνης. Ό καταιγισμός του πυρός καλύπτει όλόκληρον το προαύλιον και τα κτίρια του Συντάγματος, πυκνοί καπνοί, φλόγες και σκόνη καλύπτουν τα πάντα, μέχρι του σημείου ώστε ή όρατότης να έχη φθάσει το μηδέν, πυρκαϊαί σημειούνται εις πολλά σημεία των οικημάτων και το παν παρέχει εικόνα πραγματικής κολάσεως. Άλλ’ οι ύπερασπισταί άνθίστανται γενναίως. Πεινώντες διψώντες και άγρυπνοι από εικοσιτετραώρου, παραμένουν απτόητοι εις τάς θέσεις των και άπωθοΰν τον έχθρόν προξενοΰντες εις αύτόν μεγάλας απώλειας.
Περί την 9ην νυκτερινήν, μολονότι τα πυροβόλα, οι όλμοι και τα αύτόματα δεν παύουν να βάλλουν όλην την νύκτα, παρατηρείται ύφεσις εις την πυκνότητα του πυρός και την σφοδρότητα των έπιθέσεων. Είναι προφανές ότι έχουν άνάγκην κάποιας ανάπαυλας διά να περισυλλέξουν, με την βοήθειαν γυναικοπαιδών, νεκρούς και τραυματίας των και διά να άνασυντάξουν τάς δυνάμεις των. ’Αλλά της σχετικής αυτής ύφέσεως έπωφελοΰνται και οι ύπερασπισταί του Μακρυγιάννη διά να περισυλλέξουν νεκρούς και τραυματίας προς μεταφοράν των, να άνασυνταχθοϋν, να άντικαταστήσουν δι’ έφεδρειών τούς ανδρας των εσωτερικών φυλακίων προς όλιγόωρον άνάπαυσίν των, να έπιδιορθώσουν τα όπλα των και να κατασκευάσουν νέα ορύγματα και όχυρώματα άμύνης. Άλλ’ αί δυνάμεις των άμυνομένων συνεπεία των φόνων, των τραυματισμών και της ύπερκοπώσεως πολλών, έχουν έλαττωθή σημαντικώς, δεν φθάνουν οϋτε το δεκ ατον των έχθρικών, αί όποϊαι συνεχώς ένισχύονται διά προσθήκης νέων έλασιτικών ταγμάτων. Το έπιτελεΐον άμύνης ζητεί έπειγόντως την Αποστολήν ένισχύσεων εις ανδρας και πολεμικά μέσα, ίδίως εις τεθωρακισμένα αυτοκίνητα και βαρέα όπλα.
Αί εκκλήσεις προς την Στρατιωτικήν Διοίκησιν και το Αγγλικόν Στρατηγεΐον, προς αποστολήν βοηθειών, λαμβάνουν δραματικόν τόνον, άλλά κατά τάς κρίσιμους εκ είνας ώρας του διεξαγομένου άνά την πρωτεύουσαν πολυμετώπου άγώνος ούδέν όπάρχει διαθέσιμον και ούδέν άποστέλλεται. Μόλις κατά τάς πρώτας νυκτερινός ώρας καταφθάνουν δεκαπέντε Άγγλοι στρατιώται, με επικεφαλής ενα Αξιωματικόν, φέροντες ένα φορητόν ασύρματον, του όποιου ή ελλειψις ήτο λίαν αισθητή, δύο πολυβόλα Πίατ και σάκκους χειροβομβίδων, Άλλά και ή μικρά αυτή συμμαχική ένίσχυσις, έστω και συμβολική, έχαιρετίσθη με ενθουσιασμόν και ανύψωσε το ήθικόν των μαχομένων. ‘Η μικρά αύτή Αγγλική δύναμις παρέμεινεν επί εικοσιτετράωρον, μετασχοΰσα εις τον άγώνα της έπομένης, έπειτα δε άνεχώρησε και επανήλθε μετά τριήμερον.
Ό διοικητής άμύνης, άντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, ο όποιος καθ’ όλην την διάρκειαν της ήμέρας κατηύθυνε προσωπικώς τον άγώνα, μόλις ένύκτωσε και έσημειώθη ύφεσις, άπηύθυνεν έν είδει “ημερήσιας διαταγής τα κάτωθι προς τούς ανδρας:
– ’Αξιωματικοί και οπλίται του Συντάγματος Χωροφυλακής Αθηνών. Αξιωματικοί των διαφόρων όπλων μετασχόντες της σημερινής μάχης.
Έδώσατε σήμερον 12ωρον σκληράν μάχην κατά των κομμουνιστών. Έπολεμήσατε με ήρωισμόν και αύταπάρνησιν. Έφανήκατε Αντάξιοι των προσδοκιών της Πατρίδος.
Διατηρώ την άνάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 ή Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλυτέραν και αυτού του Πεζικού εις το όποιον άνήκω. Σάς συγχαίρω και σάς ευχαριστώ .
Συγχρόνως, ο διοικητής του Συντάγματος συνταγματάρχης Σαμουήλ εκοινοποίησε την ακόλουθον διαταγήν του νυκτερινής ασφαλείας:
Διά την ασφάλειαν της νυκτός καθορίζω τα κάτωθι:
I. 1. Φυλάκια, σύνολον 8, τα όπ’ άριθ. 1,2,3, φυλάκια κυρίας πύλης, φυλάκιον νοτίας πύλης, φυλάκιον υποστέγου αυτοκινήτων, φυλάκιον γκαράζ, φυλάκιον πρατηρίου τροφίμων.
2. Έναρξις ύπηρεσίας ώρα 18:00, λήξις υπηρεσίας την 7ην πρωινήν.
3. Δύναμις εκάστου φυλακίου 12 όπλϊται και δύο αξιωματικοί.
4. ’Αποστολή εκ άστου φυλακίου:
α) Ή έπιτήρησις και άμυνα της ζώνης του ευρισκομένου έν συνδέσμω με τα εκατέρωθεν φυλάκια διά περιπόλου και δι’ ένός σκοπού των όπλων,
β) Έφοδοι μερίμνη του ταγματάρχου εσωτερικής αμύνης Μπατσαλιά.
ΙΙ. Έν περιπτώσει συνεχίσεως του αγώνος κατά την νύκτα, θα εφαρμοσθώσι τα αύτά μέτρα με ιδιαιτέραν επίβλεψιν του μανδροτοίχου, διότι ένδέχεται να γίνη διείσδυσις των κομμουνιστών έντός του περιβόλου, είτε δι’ ΰπερπηδήσεως του μανδροτοίχου είτε διά δημιουργίας οπών εις το κάτω μέρος του τοίχου διά σκαπάνης ή δυναμίτιδος.
ΙΙΙ. Περίπολος θα λειτουργήση διά τον σύνδεσμον μεταξύ του Διοικητηρίου διά της κυρίας πύλης με το ύπ’ άρ. 1 και 3 φυλάκια δυνάμεως 1 Αξιωματικού μετά 6 οπλιτών καθ’ όλην την νύκτα.
ΙV. Έν περιπτώσει προσβολής της περιπόλου ταύτης, ή περίπολος θα καλυφθή ή θα πέση πρηνηδόν αμέσως, κάμνουσα χρήσιν επιθετικών χειροβομβίδων και θα συμπτυχθή εις το πλησιέστερον φυλάκιον ή εις το Διοικητήριον ή θα έξουδετερώση την εχθρικήν Αντίστασιν.
Ούδείς έτερος οπλίτης πλήν των περιπόλων θα κυκλοφορή επιφανειακώς έντός του Στρατώνος.
VI. Ιδιαιτέρως έφιστώ την προσοχήν των αρχιφυλάκων, όπως καταστήσωσι προσεκτικούς τούς άνδρας των, διότι ο έχθρός κατά πάσαν πιθανότητα θα χρησιμοποιήση δυναμίτιδας και φιάλας βενζίνης.
VII. Σύνθημα και παρασύνθημα : Λεωνίδας Θερμοπύλαι. Μόνον διά την φρουράν του Συντάγματος και μέχρι χρησιμοποιήσεως τοιούτου της Στρατιωτικής Διοικήσεως.
Ωρα πρωινού συναγερμού ή 5.30′ .
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΙΣ Β’ ΜΕΡΟΣ
“ΒΥΖΑΣ“
-/-